Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα δημοτικό τραγούδι. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα δημοτικό τραγούδι. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2007

Δημήτρης Σέμσης - (Σαλονικιός)


Ένας «θρύλος» της Ελληνικής μουσικής, του Δημοτικού, και του ρεμπέτικου τραγουδιού. Ένας μουσικός, που ακόμα και σήμερα πολλοί θέλουν να του μοιάσουν. Ο Δημήτρης Σέμσης γεννήθηκε στην Στρόμνιτσα γύρω στα 1880. Καταγόταν από οικογένεια στενά συνδεδεμένη με την μουσική, καθώς και ο πατέρας του Μιχελιός Σέμσης, και ο παππούς του ήταν κατασκευαστές βιολιών.Έτσι ο Δημήτρης, έπαιζε βιολί από μικρός. Παρολες τις έρευνες, δεν κατέστη δυνατό να μάθουμε από ποιον έμαθε να διαβάζει και να γράφει νότες ο Σέμσης, Το 1896 περιόδευσε με ένα τσίρκο σ’ όλη την Τουρκία, στην Περσία, την Αραβία, την Αίγυπτο, την Αιθιοπία, την Σερβία, και σε άλλες χώρες, και απέκτησε ακούσματα από τις μουσικές όλων αυτών των χωρών.Λέγεται ότι έπαιξε κάποτε στο «σεράι» του Σουλτάνου Αμπτούλ Χαμίτ, ο οποίος κατενθουσιάστηκε από την δεξιοτεχνία του Σέμση, και είπε σε όλες τις γυναίκες να βγάλουν τους φερετζέδες και να τον ακούσουν με ακάλυπτα πρόσωπα. Του δώρισε μετά απ’ αυτό και έναν ασημένιο καβαλάρη που τον φιλάνε τα εγγόνια του σαν κειμήλιο.Το 1921, σε ηλικία 40 ετών παντρεύτηκε την δεκαεπτάχρονη Δήμητρα Κανούλα. Το όνομα του Σαλονικιού είχε μαθευτεί σε όλη την Ελλάδα ως κορυφαίου μουσικού, και ήταν περιζήτητος στους γάμους στα πανηγύρια, και στις ταβέρνες. Οι παλιοί έλεγαν μάλιστα, ότι σε κανένα συγκρότημα δεν έπεφτε η «χαρτούρα» που έπαιρνε ο Σαλονικιός.Το 1926, με την ίδρυση της COLUMBIA και της HIS MASTER VOICE ο Θεμιστοκλής Λαμπρόπουλος (πρόεδρος της εταιρίας) τον προσέλαβε ως καλλιτεχνικό διευθυντή της εταιρίας. Ο Σαλονικιός είχε την αρμοδιότητα να επιλέγει τους μουσικούς, τους τραγουδιστές, τα τραγούδια, αλλά και να κάνει και την ενορχήστρωση. Όπως προανέφερα, γνώριζε από παρτιτούρες, πράγμα σπάνιο για εκείνη την εποχή που οι περισσότεροι μουσικοί και οι συνθέτες ήταν «πρακτικοί».Έτσι ο Σαλονικιός έγραφε και επιμελείτο τα τραγούδια, και όταν αυτά είχαν «ελλείψεις» επενέβαινε. Σαν εκτελεστής, έπαιξε σε χιλιάδες δίσκους όλων των επώνυμων (Χιώτη, Γούναρη, Βέμπο, Στελλάκη Περπινιάδη, Τούντα, Βαμβακάρη, Παγιουμτζή, Εσκενάζυ, Αμπατζή, Παπάζογλου, Αττίκ, και άλλων). Μεγάλη όμως είναι η συμμετοχή του στα τραγούδια που ερμήνευσε η Ρίτα Αμπατζή, και η Ρόζα Εσκενάζυ.Σε δεκάδες τραγούδια φωνάζει η Ρόζα «Γεια σου Σαλονικιέ μου». Ο Σαλονικιός είναι Ιδρυτικό μέλλος του Συνδέσμου Μουσικών Αθηνών – Πειραιώς «Η ΑΛΛΗΛΟΒΟΗΘΕΙΑ» που ιδρύθηκε το 1928. Μετά την κατοχή ο Σαλονικιός συνέχισε την καριέρα του συνεργαζόμενος με τον Χιώτη, τον Τσιτσάνη, και την Γεωργακοπούλου. Το 1948, ένα απρόσμενο γεγονός (ο θάνατος του 18 χρονου γιου του Νίκου) τον λυγίζει, και δεν αντέχει πολύ. Στις 19 Ιανουαρίου 1950 ο μεγάλος βιολιστής έφυγε για πάντα.Την σκυτάλη πήρε ο μεγαλύτερος γιος του Μιχάλης, ο οποίος διατέλεσε για πολλά χρόνια πρώτο βιολί της Κρατικής Ορχήστρας της ΕΡΤ, ενώ το 1980 ίδρυσε την ορχήστρα εγχόρδων «Ελληνική Καμεράτα». Ο Μιχάλης Σέμσης πέθανε το 1987, και την παράδοση της οικογένειας συνεχίζει ο γιος του Δημήτρης Σέμσης. Έτσι, το μεγάλο όνομα του Σαλονικιού συνεχίζεται.

Ο «ΑΓΝΩΣΤΟΣ» ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΣ ΚΑΙ ΕΡΜΗΝΕΥΤΗΣ

Είναι χρέος μας να κάνουμε μια αναφορά στον «άγνωστο» δημιουργό και ερμηνευτή των δημοτικών τραγουδιών, που δεν είναι άλλος από τον ίδιο τον ΛΑΟ μας. Τραγούδια που έχουν μελωδήσει και μελωδούν τα «πάθη», και τις «δόξες» της Ελληνικής φυλής από τα βάθη των αιώνων, μέχρι και τώρα. Διηγούνται την ιστορία, τις περιπέτειες, τις καθημερινές γιορτές, τις χαρές και τα πένθη, με τη χάρη του στίχου, με την υπόκρουση της ίδιας, θα έλεγα, πανάρχαιης λύρας. Της λύρας που συντροφεύει ακόμα και σήμερα τους (λίγους) σύγχρονους «ραψωδούς» στην Κρήτη, στην Κύπρο, και σε κάθε γωνιά της χώρας, συνεχίζοντας μια παράδοση «αμνημονεύτων» χρόνων! Και μια και έγινε λόγος για την λύρα, θα πρέπει να επισημανθεί ότι είναι σύμβολο σπουδαίο, εκφραστικό, αυτή η λύρα, που ανεβαίνει περήφανη τις χιλιετηρίδες, και είναι σαν να διατηρεί στις χορδές της το «αποτύπωμα» απ’ τα δάχτυλα του «πατέρα» της ποίησης, του Ομήρου.Αυτή η λύρα, η «φωνή», το σύμβολο της φυλετικής μας συνέχειας. Αυτή τη φωνή, αυτή τη «συνέχεια» (όσο θα υπάρχει ακόμα), θέλουμε να την ακούσουν όλοι οι ξενομανείς των Ελληνικών Γραμμάτων και Τεχνών, όλοι αυτοί που τα αυτιά τους είναι ανοιχτά ΜΟΝΟ σε φάλτσες και βραχνές «σειρήνες», ξένες, όπως οι «φτιασιδωμένες» γυναίκες των ύποπτων μαγαζιών. Η Ελληνική Δημιουργία, δεν είναι «αντικείμενο» εμπορικό, «σουξεδιάρικο» η μη. Είναι ένα «όπλο» επανάστασης ενάντια σε μια «ξενοξιπασμένη» και χρεοκοπημένη πνευματική ζωή, ένας διαρκής αγώνας «επιστροφής» στην Ελλάδα. Οι ρίζες του Δημοτικού τραγουδιού χάνονται στα βάθη των προϊστορικών χρόνων. Ο ΟΜΗΡΟΣ το βρήκε στην «ακμή» του. Χίλια χρόνια προ Χριστού, τα «ιστορικά» Δημοτικά Τραγούδια, τα αναφερόμενα σε «ηρωικές» πράξεις, έδιναν και έπαιρναν. Ήταν κάτι ανάλογο με τα μετέπειτα «Κλέφτικα « τραγούδια. Υπήρχαν όμως και άλλες κατηγορίες τραγουδιών, που τις αναφέρει ο «Αθήναιος». Ήταν τραγούδια της Δουλειάς, και διάφορα άλλα, τα οποία έφτασαν παραλλαγμένα μέχρι και τις μέρες μας. Είκοσι και πλέον χιλιάδες τραγούδια μας έχει δώσει ως τα τώρα η ανεξάντλητη φαντασία του «Αγνώστου Δημιουργού». Και ξέρετε ποια είναι η μεγαλύτερη δόξα και «πιστοποίηση» της γνησιότητας αυτού του ΑΓΝΩΣΤΟΥ που μας έδωσε τα τραγούδια αυτά; Ότι είναι ΑΓΝΩΣΤΟΣ, ΑΓΡΑΜΜΑΤΟΣ, ΑΣΤΟΙΧΕΙΩΤΟΣ, ΑΥΘΟΡΜΗΤΟΣ, όλο αίσθημα και πάθος, ότι έζησε με «μύριες μορφές» και μύρια πρόσωπα, χαμένος ,μέσα στη θάλασσα των συναισθημάτων του ΑΝΩΝΥΜΟΣ! Δεν τραγούδησε από ματαιοδοξία, ούτε για φήμη. Για τον Άγνωστο λοιπόν τραγουδιστή – δημιουργό, που όπως είπαμε δεν είναι άλλος από τον ΛΑΟ, το τραγούδι δεν είναι παιχνίδι, ούτε εμπορικό αντικείμενο. Είναι σοβαρή λειτουργία μέσα στη ζωή. Ασκεί επίδραση στη ζωή, η οποία θυμίζει το ρόλο της τέχνης στον βίο των Αρχαίων. Ένα χαρακτηριστικό φαινόμενο της φυλετικής μας ιδιοτυπίας το οποίο μελετώντας το ο Φωριέλ. Τον έκανε να γράψει. «Αν αποκτήσουν οι Έλληνες την ανεξαρτησία τους, αν έρθει η μέρα που θα μπορέσουν να καλλιεργήσουν απερίσπαστοι τις σπάνιες ικανότητες που τους έδωσε η φύση, τα πάντα μας εξουσιοδοτούν να ελπίζουμε ότι γρήγορα θα φθάσουν, και ίσως ξεπεράσουν τον πολιτισμό των άλλων λαών της Ευρώπης. Οι επιστήμες θα ξανανθίσουν στη χώρα τους, η φιλοσοφία θα ανοίξει καινούργιες σχολές, και οι καλές τέχνες θα δώσουν και πάλι αριστουργήματα. Θα έχουν αναμφίβολα και μεγάλες ποιητικές συνθέσεις, όπου η τέχνη θα κάμει ότι μπορεί να κάμει. Αυτές οι ελπίδες όμως, ας μην τους κάμουν να καταφρονήσουν ένα έργο μετριόφρον και εύκολο. Ας σπεύσουν να μαζέψουν ότι δεν έχει χαθεί ακόμα από τα δημοτικά τους τραγούδια. Η Ευρώπη θα τους είναι ευγνώμων για ότι θα κάμουν για να τα διατηρήσουν». Ο Θησαυρός των Δημοτικών Τραγουδιών αγαπητοί φίλοι, το πολύτιμο λαογραφικό μας υλικό, μένει σαν «Νεκρή Εθνική Περιουσία». Δυστυχώς! Παρόλο που η μεγαλοφυΐα ενός Αισχύλου έσκυβε για να ακούσει τα «απλοϊκά» δημοτικά τραγούδια (όπως αποκαλύπτει ο Αριστοφάνης στους Βάτραχους), και να εμπνευστεί απ’ αυτά, οι σημερινές «μεγαλοφυΐες» σκύβουν πάνω από ξενόφερτα «σουξέ» αγνοώντας την «κληρονομιά» μας και τον ΑΓΝΩΣΤΟ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟ και ΕΡΜΗΝΕΥΤΗ της.

ΜΕΛΕΤΕΣ ΞΕΝΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ

Κατά την πραγματοποίηση έρευνας για τα Δημοτικά τραγούδια, εντοπίστηκαν μελέτες ξένων επιστημόνων, οι οποίοι θαύμασαν και συγκέντρωσαν υλικό από την Ελληνική Δημοτική Ποίηση. Ο Ακαδημαϊκός ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΚΟΥΓΕΑΣ στις 1/3/1950, δημοσίευσε στο περιοδικό «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ» μελέτη με τον τίτλο «Η ΠΑΛΑΙΟΤΑΤΗ ΣΥΛΛΟΓΗ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΗΜΟΤΙΚΩΝ ΤΡΑΓΟΥΔΙΩΝ ΤΟΥ ΓΕΡΜΑΝΟΥ ΒΑΡΩΝΟΥ WERNER VON HAXTHAUSEN. Να κάποια από τα κύρια και πολύ ενδιαφέροντα σημεία της μελέτης, περιληπτικά. «Ο αξιόλογος γερμανός, που ήτο άγνωστος εις τον FAURIEL και που η συλλογή του έμεινε κι αυτή άγνωστη έως τώρα τελευταία, μας είναι πολύ γνωστός. Είναι ο Βεστφαλός βαρώνος Werner V. Haxthausen, του οποίου η συλλογή Νεοελληνικών Δημοτικών Τραγουδιών κρυμμένη επί 120 έτη, ήλθεν εις το φως το 1935 από τους K. Schuite – Kemminghausen, και G. Soyter (Munsteri . W 1935). Η μακρά εισαγωγή των εκδοτών, μας δίδει λεπτομερείς ειδήσεις περί της πολυκύμαντου ζωής του εξαιρετικού αυτού ανθρώπου, που πρώτος από τους ξένους εσκέφθη να συλλέξει, να μελετήσει, και να εκδώσει Ελληνικά Δημοτικά Τραγούδια. Ο W. Haxthausen, γεννηθείς το 1750, ανήκε σε παλιά αριστοκρατική οικογένεια της Βεστφαλίας, και έδειχνε από παιδί κλίση προς την ποίηση με τις εμμέτρους μεταφράσεις των ωδών του Ορατίου, και ύμνων του Πινδάρου. Στην Αγγλία όπου κατέφυγε, εργάσθηκε σαν γιατρός σε ναυτικό νοσοκομείο. Εκεί είχε την ευκαιρία να γνωρίσει Έλληνες ναυτικούς, και να ακούσει, αλλά και να καταγράψει απ’ το στόμα τους τα πρώτα του Ελληνικά Τραγούδια. Γύρω στα 1814 – 15, είχε ήδη συγκεντρώσει αρκετά τραγούδια, και ευρισκόμενος αυτές τις χρονιές στην Βιέννη, ήρθε σε επαφή με τον Θεόδωρο Μανούση φοιτητή τότε, και αργότερα καθηγητή Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Η συλλογή του Haxthausen η οποία χρονολογείται γύρω στα 1814, περιέχει αυτούσια τα υπό του Βλαχογιάννη κηρυσσόμενα πλαστά Κολοκοτρωναίικα τραγούδια»…. Αυτό ήταν ένα πολύ μικρό δείγμα από την μελέτη του ακαδημαϊκού Σωκράτη Κουγέα, η οποία αναφέρεται στην συλλογή δημοτικών τραγουδιών του Werner Von Haxthausen . Υπάρχουν κάποιες πολύ παλιές εκδόσεις μελετών, που χρονολογούνται γύρω στα 1750. Γίνονται πολλές προσπάθειες από συλλέκτες, λαογράφους, και ανθρώπους απλά με μεράκι, να έρθουν στο φως όσο γίνεται περισσότερα στοιχεία, για το Δημοτικό μας Τραγούδι, αλλά και να γίνουν γνωστά κάποια δημοτικά τραγούδια. ΟΙ μέχρι τώρα υπάρχουσες μελέτες, είναι οι περισσότερες ιδιωτών, αφού το κράτος μας πάντα αδιαφορεί για την Παράδοση.