Πέμπτη 1 Μαΐου 2008

ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ

ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΡΓΙΑ ΕΙΝΑΙ ΑΠΕΡΓΙΑ

ΚΑΘΩΣ ΠΛΗΣΙΑΖΕ Η ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ, αναρωτιόμουν για ΠΟΙΟ απ’ όλα θα κατέβαινε στους δρόμους ο κόσμος για να πρωτοαπεργήσει.
Για την φτώχεια;
Την ανεργία;
Την έλλειψη δωρεάν υγείας, και μόρφωσης;
Την ακρίβεια;
Για την Ελλάδα των πολλών φτωχών, και τον λίγων πλουσίων;
Για ποιο απ’ όλα αυτά και ένα σωρό άλλα θα κατέβαινε ο κόσμος στους δρόμους;
ΚΑΙ ΕΝΩ ΑΝΑΡΩΤΙΟΜΟΥΝ ΟΛΑ ΑΥΤΑ, έβλεπα από την άλλη τους Νεοέλληνες να σουβλίζουν τον οβελία σε ένα ΔΕΥΤΕΡΟ ΠΑΣΧΑ, και να αφιερώνουν αυτή την ημέρα ΟΧΙ στον ΑΓΩΝΑ για ένα καλύτερο αύριο, για μια διαμαρτυρία, αλλά για περισσότερη μάσα, και αποχή από την εργασία. Ξεχάστηκε το γνωστό, ότι η ΠΡΩΤΗ ΤΟΥ ΜΑΗ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΡΓΙΑ ΕΙΝΑΙ ΑΠΕΡΓΙΑ.
Ξεχαστήκαν οι αγώνες του χθες όλων εκείνων που πάλεψαν για το δίκιο του εργάτη.
Σήμερα όλα εκείνα που με αγώνες και αίμα είχαν αποκτηθεί παλιά, έχουν εξαφανιστεί, έχουν ποδοπατηθεί από τα διάφορα πολιτικά παιχνίδια των τελευταίων χρόνων.
ΠΑΡΑΞΕΝΕΣ ΕΠΟΧΕΣ, ΠΑΡΑΞΕΝΗ ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ.
Φαίνεται πως έχει ξεθωριάσει το χρώμα της ημέρας, φαίνεται πως έχει «πέσει» η ζέστη της φλόγας των αγώνων, η ακόμα χειρότερα, η φλόγα έσβησε!
Είχα στα χέρια μου τις ανακοινώσεις από τα εργατικά κέντρα, από τις ομοσπονδίες, που καλούσαν σε πορεία διαμαρτυρίας ΟΛΟΥΣ τους εργαζόμενους, αλλά….
Ποιοι εργαζόμενοι αλήθεια, στα τόσα χρόνια πετυχαν κάτι θετικό;
Με εξαίρεση τους εργαζόμενους στο δημόσιο.
Στον ιδιωτικό τομέα άλλαξε κάτι;
Ανεβήκαν οι μισθοί;
Οι συντάξεις;
Το ΜΟΝΟ που ανεβαίνει καθημερινά είναι η ακρίβεια.
Πάρα πολλοί είναι εκείνοι που λένε χαρακτηριστικά ότι « το 2008 δουλεύουμε με μισθούς του 1970».
Και εναποθέτουν τις ελπίδες τους στους «εργατοπατέρες».
Μόνο που όπως φαίνεται, τις εναποθέτουν σε ΛΑΘΟΣ χέρια.
Οι εργατοπατέρες τα τελευταία χρόνια φαίνεται πως κάνουν συμφωνίες κάτω από το τραπέζι με τις εκαστοτε κυβερνήσεις, συμφωνίες που μόνο για το καλό των εργαζομένων ΔΕΝ είναι. Οι δε παλιοί αγωνιστές, βολεύτηκαν στην σιγουριά κάποιας «πολυθρόνας», και κοιτούν μόνο τον εαυτούλη τους.
Αυτή είναι η πραγματικότητα του σήμερα.
Μια πραγματικότητα που κάνει τα κόκαλα εκείνων που έδωσαν τη ζωή τους για ένα καλύτερο αύριο να τρίζουν.
ΑΛΗΘΕΙΑ, ΠΟΙΟΙ ΕΙΝΑΙ ΕΚΕΙΝΟΙ που πρόδωσαν, και προδίδουν καθημερινά εκείνους τους νεκρούς;
Δεν έχουν όνομα;
Και όνομα έχουν, και κυκλοφορούν ανάμεσα μας, και τους ξέρουμε, όπως και ξέρουμε και για την προδοσία που διαπράττουν καθημερινά σε βάρος μας, αλλά… ΕΜΕΙΣ είμαστε εκείνοι που τους ορίζουμε να μας εκπροσωπήσουν.
Βρε τι γίνεται σ’ αυτή τη χώρα.
ΜΙΑ ΖΩΗ, βάζουμε στο τιμόνι της εκείνους που είναι μαθηματικά αποδεδειγμένο ότι θα την ρίξουν σε κάποια «στροφή» στον γκρεμό!
Σκέφτομαι κάποια παλιά άρθρα για την σημερινή μέρα, που ξεκινούσαν κάπως έτσι:
Η παραποίηση και η συγκάλυψη των γεγονότων, καθώς και το αληθινό περιεχόμενο της εργατικής εξέγερσης της 1ης Μάη 1886 στο Σικάγο, καθώς και η μετατροπή της σε επίσημη από το κράτος αργία αλλά και ακόμα χειρότερα για τους περισσότερους να θεωρείται η γιορτή της άνοιξης, μας οδηγούν κι εμάς να αναφερθούμε σ' αυτά τα ιστορικά γεγονότα με την πίστη ότι έτσι συμβάλλουμε στην αποκατάσταση της αλήθειας.
Οι κινήσεις για μείωση των ωρών εργασίας ξεκίνησαν στα τέλη της δεκαετίας του 1860 στην Αμερική.
Αυτό που επιτεύχθηκε ήταν η θέσπιση πολλών Ομοσπονδιακών και Πολιτειακών νόμων χωρίς όμως ουσιαστικά αποτελέσματα.
Τελικά το 1884 έγινε ένα συνέδριο στο Σικάγο, από τη μη σοσιαλιστική Ομοσπονδία Οργανωμένων Συνδικάτων και Εργατικών Ενώσεων και ψηφίστηκε η πρόταση για καθιέρωση του οκταώρου από την 1η Μαΐου 1886
Το 1892 έγινε η πρώτη πρωτομαγιάτικη συγκέντρωση στην Ελλάδα, από τον Σοσιαλιστικό Σύλλογο του Καλλέργη.
Το 1893, 2000 διαδήλωσαν ζητώντας οχτάωρο, Κυριακή αργία και κρατική ασφάλιση στα θύματα εργατικών ατυχημάτων.
Το 1894, γίνεται μια μεγάλη συγκέντρωση με τα ίδια αιτήματα που λήγει με 10 συλλήψεις και τον Αύγουστο ακολουθεί σύλληψη του σοσιαλιστή Σταύρου Καλλέργη.
Το 1936 έχουμε τους καπνεργάτες της Θεσσαλονίκης.
Τα γεγονότα ξεκίνησαν γύρω στο Φεβρουάριο, με κατάληψη ενός εργοστασίου ύστερα από την απόρριψη των αιτημάτων των εργατών και συνεχίστηκε με συμπαράσταση καπνεργατών από άλλα εργοστάσια.
Εναντίον τους χρησιμοποιήθηκε τόσο η αστυνομία όσο και ο στρατός.
Δεν υπήρχε κεντρική συγκέντρωση, αλλά μικρές συγκεντρώσεις με ομιλητές σε διάφορα μέρη της πόλης.
Σε μια συγκέντρωση στη διασταύρωση Εγνατίας και Βενιζέλου, χωροφύλακες πυροβόλησαν και σκότωσαν 7-8 εργάτες.
Σ' αυτό το σημείο έχει στηθεί το μνημείο του καπνεργάτη.
Με πυροβολισμούς προσπάθησαν να διαλύσουν και τις άλλες συγκεντρώσεις και συνολικά είχαμε τουλάχιστον 12 νεκρούς και 300 τραυματίες.
Οι δολοφονίες των εργατών ήταν η έμπνευση του Ρίτσου για τον "Επιτάφιο".
Το 1944 ο κατοχικός στρατός των Γερμανών, εκτέλεσε 200 Έλληνες αγωνιστές στο σκοπευτήριο της Καισαριανής.
Ο Νίκος Μαριακάκης, ένας απ' τους 200, έγραψε στο σημείωμα που άφησε:
"Καλύτερα να πεθαίνει κανείς στον αγώνα για τη λευτεριά, παρά να ζει σκλάβος".
Το Μάη του 1963, δολοφονήθηκε ο βουλευτής της ΕΔΑ Γρηγόρης Λαμπράκης.
Δεν ήταν Πρωτομαγιά, αλλά 22 Μαΐου.
Ο Γρηγόρης Λαμπράκης μιλούσε σε συγκέντρωση των "Φίλων της Ειρήνης" για την παγκόσμια ύφεση όταν δέχτηκε επίθεση από άγνωστους με ρόπαλα.
Έξω απ' την αίθουσα ο Λαμπράκης χτυπήθηκε από τρίκυκλο και τελικά εξέπνευσε στις 27 Μαΐου.
Ο Λαμπράκης είχε συμμετοχή σε ειρηνιστικές πορείες τον Απρίλιο του 1963 στην Αθήνα, κι ήταν απ' τα κεντρικά πρόσωπα στην εκδήλωση για την Πρωτομαγιά στο γήπεδο του Παναθηναϊκού.
Το 1976, πάλι πρώτη Μαΐου, είχαμε το θάνατο του Αλέκου Παναγούλη σε τροχαίο.
Ο Αλέκος Παναγούλης έχει μείνει στην ιστορία σαν σύμβολο της αντίστασης κατά της χούντας για την απόπειρα δολοφονίας ενάντια στον δικτάτορα Γεώργιο Παπαδόπουλο, με τοποθέτηση εκρηκτικού μηχανισμού , τον Αύγουστο του 1968.
Είχε συλληφθεί άμεσα και είχε τελειώσει την απολογία του με τη φράση "Δεν υπάρχει, κύριοι στρατοδίκαι, ωραιότερο κύκνειο άσμα για κάθε αγωνιστή, από τον επιθανάτιο ρόγχο μπροστά στα πολυβόλα του εκτελεστικού αποσπάσματος της τυραννίας".
Η παγκόσμια κατακραυγή της δίκης απέτρεψε την εκτέλεση του Παναγούλη.
Στη φυλακή βασανίστηκε μέχρι την απελευθέρωσή του.
Η αμνηστία που έδωσε ο Παπαδόπουλος τον Αύγουστο του 1973 κάλυπτε και τον Αλέκο Παναγούλη.
Η συγκυρία του θανάτου του Παναγούλη σε τροχαίο χαρακτηρίζεται από πολλούς ιδιαίτερα ύποπτη, επειδή μόλις λίγο καιρό πριν το θάνατό του, είχε φέρει στη δημοσιότητα στοιχεία από τα μυστικά αρχεία της ΕΣΑ.
(πηγη Βικιπαίδεια).
Τα τελευταία χρόνια λοιπόν, έχουμε μετατρέψει την Πρωτομαγιά, σε ένα δεύτερο Πάσχα, με εξορμήσεις, με σούβλες, και με αργία, μόνο που η Πρωτομαγιά φίλοι μου επαναλαμβάνω, ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΡΓΙΑ, ΕΙΝΑΙ ΑΠΕΡΓΙΑ.
Με τα γλέντια, και τα άλλα, κινδυνεύουν να πάνε στράφι όλοι οι αγώνες.
Το οκτάωρο έχει προ πολλού καταργηθεί, και σιγά σιγά, και ύπουλα, όλες οι κατακτήσεις των εργαζομένων χάνονται.
Ίσως γιατί ο Έλληνας αρκείται στη σούβλα που θα βάλει αυτή την ημέρα μνήμης, ίσως ακόμα, γιατί οι παλιοί «αγωνιστές» ταμπουρωθήκαν πίσω από τις θέσεις τους και ξέχασαν τους αγώνες.
Καλό μήνα.

Ο «ΣΕΡ» ΤΟΥ ΑΙΓΑΛΕΩ ΣΙΤΥ

25/01/1925 Μεταξουργείο.
Γεννιέται το πέμπτο από τα οκτώ παιδιά του Μιχάλη και της Μαρίκας Ζαμπέτα, ο Γιώργος, το δεύτερο αγόρι της οικογένειας.
Ο πατέρας του ήταν κουρέας, και πιο πριν αμαξάς, ενώ έπαιζε μπουζούκι ερασιτεχνικά, το οποίο είχε μάθει από τον πατέρα του Φραγκούλη.
Κάπου στα 1931 και σε ηλικία έξι ετών, ο μικρός Γιώργος έρχεται σε επαφή με το μπουζούκι το οποίο είχε πάντα ο πατέρας του στο κουρείο.
Τόση εντύπωση του έκανε αυτό το όργανο, και τόσο πολύ του άρεσε ο ήχος του, που στην αρχή άρχισε να γρατζουνάει, και στη συνέχεα έκανε αυτό το όργανο ένα με την ψυχή του.
Σε ηλικία 17 ετών, ο Γιώργος Ζαμπέτας έχει δημιουργήσει το πρώτο του συγκρότημα, το οποίο αποτελούσαν οι φίλοι του Κώστας Γερανταλής, Βαγγέλης Μελιτζούρης, και Γιώργος Αρώνης, και αρχίζουν σαν κομπανία να κάνουν καντάδες.
Το πρώτο μεροκάματο απ’ το μπουζούκι έρχεται το 1950.
40 – 50 δραχμές μεροκάματο, και στο πατάρι του μαγαζιού μαζί με τον Ζαμπέτα είναι οι Στράτος Παγιουμτζής, και Τάκης Μπίνης.
Η απόφαση έχει πλέον παρθεί!
Επάγγελμα: «Μπουζουξής».
Την ίδια εποχή ο Γιώργος Ζαμπέτας παίρνει ραδιοφωνική εκπομπή στο ραδιόφωνο των Ενόπλων Δυνάμεων και από εκεί ακούγονται και τα πρώτα του τραγούδια ζωντανά.
Το καλοκαίρι του 1951 συνεργάζεται με τον Βασίλη Τσιτσάνη, ενώ το χειμώνα του 1951 – 52 συνεργάζεται με τον Γιώργο Μητσάκη.
Παράλληλα όμως το 1951 ο Γιώργος Μητσάκης γίνεται η αιτία και παίζει ο Ζαμπέτας για πρώτη φορά στον κινηματογράφο στην ταινία «Ο Πύργος των Ιπποτών» με τον Μίμη Φωτόπουλο.
Δεύτερη ταινία είναι ο «Μεγαλοκαρχαρίας» όπου και εκεί το μπουζούκι του Ζαμπέτα δίνει ξεχωριστό χρώμα στα τραγούδια της ταινίας.
Βρισκόμαστε πλέον στα 1953.
Από τότε οι παραγωγοί των κινηματογραφικών εταιριών φωνάζουν συνέχεια τον Ζαμπέτα να παίξει στις ταινίες.
Εκτός από τον κινηματογράφο, εργάζεται πλέον και στα μαγαζιά της εποχής, μαζί με τα πρώτα ονόματα του λαϊκού τραγουδιού, όπως τον Μάρκο, τον Παπαϊωάννου, και άλλους.
Σεπτέμβρης του 1957.
Ο Γιώργος Ζαμπέτας φεύγει για την Αμερική.
Εκεί συναντιέται με τον Μανώλη Χιώτη, και δουλεύουν στο ίδιο μαγαζί.
Ιανουάριος 1958, και ο Ζαμπέτας επιστρέφει στην Ελλάδα.
Ο Γιώργος Ζαμπέτας συνεχίζει το δημιουργικό του έργο, είναι πλέον γνωστός στο πανελλήνιο. Συνεργάζεται με τον Μάνο Χατζιδάκι, και το μπουζούκι του περνά για άλλη μια φορά τα σύνορα παίζοντας τα «Παιδιά του Πειραιά».
Δεύτερη ταινία του Χατζιδάκι όπου παίζει ο Ζαμπέτας είναι η «Ελλάς η χώρα των ονείρων».
Κατόπιν συνεργάζεται με τον Μίκη Θεοδωράκη στην «Γειτονιά των αγγέλων».
1960, και ο Ζαμπέτας συνεργάζεται με τους Σακελλάριο, Καραγιάννη, Ναπολέων Ελευθερίου και άλλους, επενδύοντας με την μουσική του στίχους που γράφτηκαν για τις ανάγκες κάποιων ταινιών, ενώ συνεχίζει να γράφει στίχους και μουσική για τη δισκογραφία.
1962.
Συνεργάζεται με το Σταύρο Ξαρχάκο και παίζει μπουζούκι στην ηχογράφηση της «άπονης ζωής», και άλλων τραγουδιών.
Ο Γιώργος Ζαμπέτας είναι πλέον ένας καταξιωμένος δημιουργός, και τα τραγούδια του τραγουδιούνται από όλους τους Έλληνες.
Είναι περιζήτητος σαν «σολίστ» του μπουζουκιού.
Μεγάλα ονόματα που επισκέπτονται την Ελλάδα όπως ο Άντονι Κουήν, Αριστοτέλης Ωνάσης, και άλλοι πολλοί, πάνε να ακούσουν τον Ζαμπέτα στα μαγαζιά που δουλεύει.
Τραγούδια όπως τα «Δειλινά» (1965), «χάθηκες» (1964), «Αγωνία» (1969), και πάρα πολλά άλλα, τραγουδιούνται από μικρούς και μεγάλους ακόμα και σήμερα.
Η μουσική του σε ταινίες όπως «Η κόρη μου η σοσιαλίστρια», «Ο τζαναμπέτης», «Ο εμίρης και ο κακομοίρης», «Τρελός τα ‘χει 400», αλλά και σε άλλες ενενήντα και πλέον ταινίες, έκαναν τον καθένα μας με το που άκουγε μια απλή πενιά, να λέει « Αυτός είναι Ζαμπέτας».
Ξεχώριζε η μουσική του γιατί τη «ζούσε».
Γιατί άκουγε τα «αηδόνια της αυγής στα ανθισμένα κλώνια», και αυτό το κελάιδισμα το ανοιξιάτικο το έκανε μουσική και στίχο, που το έστελνε σε εμάς με «Χίλια περιστέρια».
Τα αηδόνια έπαψαν να κελαηδούν για τον Γιώργο Ζαμπέτα την Τρίτη 10 Μαρτίου 1992 στο Νοσοκομείο Σωτηρία.
«Που ήσουν φίλε κι άργησες
Τα χρόνια έχουν φύγει
Κι η πόρτα που σου άνοιξα
Χίλιες πληγές μ’ ανοίγει».
Αξίζει να γνωρίσουμε τις 95 ταινίες, οι οποίες «στολίστηκαν» από τα μουσικά «κεντίδια» του Ζαμπέτα.
Ο πύργος των ιπποτών (1951), Μικροί και μεγάλοι εν δράση (1963), Ευτυχώς χωρίς δουλειά (1963), Ανήσυχα νειάτα (1963), Τα κόκκινα φανάρια (1963), Ο ανιψιός μου ο Μανώλης (1963), Το πιθάρι (1963), Η σοφερίνα (1964), Παράνομοι πόθοι (1964), Ζητιάνος μιας αγάπης (1964), Τα δίδυμα (1964), Έξω φτώχεια και καλή καρδιά (1964), Ο εμίρης και ο κακομοίρης (1964), Η μοίρα μιας ορφανής (1964), Φτωχός αλλά τίμιος (1965), Φτωχολογιά (1965), Περάστε την πρώτη του μηνός (1965), Μερικές το προτιμούν χακί (1965), Ενώνει ο πόνος δυο καρδιές (1965), Με πότισες φαρμάκι (1965), Ξαναγύρισε κοντά μου (1965), Η ζωή μου ανήκει σε σένα (1965) Είναι βαρύς ο πόνος μου (1965), Θύελλα σε παιδική καρδιά (1965), Κλαίω και σε αναζητώ (1965), Ο ουρανοκατέβατος (1965), Μια τρελή – τρελή οικογένεια (1965), Η φωνή μιας αθώας (1965), Ένας τρελός τρελός Βέγγος (1965), Η κόρη μου η σοσιαλίστρια (1966), Φως νερό τηλέφωνο, οικόπεδα με δόσεις (1966), Θέλω να ζήσω στον ήλιο (1966), Κάνε τον πόνο σου χαρά(1966), Ένα καράβι Παπαδόπουλοι (1966), Να ζει κανείς η να μην ζει (1966), Ο εξυπνάκιας (1966), 5000 ψέματα (1966), Δημήτρη μου- Δημήτρη μου (1967), Τα δολάρια της Ασπασίας (1967), Μιας πεντάρας νιάτα (1967). Πατέρα κάτσε φρόνιμα (1967), Ο μεθύστακας του λιμανιού (1967), Πάρε κόσμε (1967), Η παιχνιδιάρα (1967), Σήκω χόρεψε συρτάκι (1967), Του χωρισμού το τραίνο (1967), Ο αχόρταγος (1967), Ο γαμπρός μου ο προικοθήρας (1967), Ένας απένταρος λεφτάς (1967), Ανάμεσα σε δυο γυναίκες (1967), Ήθελε να γίνει βασιλιάς (1967), Γαμπρός απ’ το Λονδίνο (1967), Ο πιο καλός ο μαθητής (1968), Μεγάλες αγάπες (1968), Το κορίτσι του λούνα παρκ (1968), Η Αθήνα μετά τα μεσάνυχτα (1968), Ο τρελός τα ‘χει 400 (1968), Οι μνηστήρες της Πηνελόπης (1968), Συννεφιασμένοι ορίζοντες (1968), Ο μπούφος (1968), Για μια τρύπια δραχμή (1968), Πήρε ο άνεμος τα όνειρα μου (1968), Δόκτωρ Ζιβέγγος (1968), Ο πεθερόπληκτος (1968), Ένας ιππότης με τσαρούχια (1968), Κίτσος μίνι και σουβλάκια (1968), Η Αθήνα μετά τα μεσάνυχτα (1968), Ξύπνα καημένε Περικλή (1969), Ο γίγας της Κυψέλης (1969), Ο παραμυθάς (1969), Ο τζαναμπέτης (1969), Αγωνία (1969), Αλτ και σε έφαγα, εδώ Προκόπης (1969), Ένα ασύλληπτο κορόιδο (1969), Ησαία μη χορεύεις (1969) Ο μπλοφατζής (1969), Κάθε κατεργάρης στον πάγκο του (1970), Η ταξιτζού (1970), Που πας χωρίς αγάπη (1970), Εθελοντής στον έρωτα (1971), Ένα αγόρι αλλιώτικο από τα άλλα (1971), Εφοπλιστής με το ζόρι (1971), Η εφοπλιστίνα (1971), Καταναλωτική κοινωνία (1971), Ο Μανωλιός ξαναχτυπά (1971), Ο Μανωλιός στην Ευρώπη (1971), Της ζήλειας τα καμώματα (1971), Αγάπη μου παλιόγρια (1972), Δουλικό αμέσου δράσεως (1972), Υβ – Υβ (1972), Ο ερωτιάρης του γλυκού νερού (1972), Ένας γαμπρός πολλά ελαφρύς (1972), Τον αράπη κι αν τον πλένεις (1973), Γεύση από Ελλάδα (1980), Κορόιδο ρωμιέ (1981).
Αυτές, είναι οι πιο γνωστές θα έλεγα ταινίες με την μουσική «υπογραφή» του Γιώργου Ζαμπέτα, του «Σερ του Αιγάλεω Σίτυ».
Του «Σερ», που έλαβε μέρος σε διεθνή Φεστιβάλ (Παρίσι, Κάννες, Βιέννη, Ζυρίχη, Γενεύη) με μεγάλη επιτυχία, κάνοντας γνωστή την «άλλη» Ελλάδα στους ξένους.
Έκανε πολλές μεγάλες προσωπικότητες να χορέψουν χασάπικο και συρτάκι.
Ο Γιώργος Ζαμπέτας είναι κοντά μας, και γλεντάμε παρέα με τα τραγούδια του.
Για εμένα υπήρξε ο Δάσκαλος που μου δίδαξε όχι μόνο μουσική, αλλά και ανθρωπιά.
Με έδενε φιλία πολλών ετών με τον γιο του Μιχάλη που «έφυγε» και αυτός φέτος, και θυμάμαι εκείνα τα καλοκαίρια στην Κινέττα, με τον Μπάρμπα – Γιώργο να μας φωνάζει γιατί εμείς κάναμε τα δικά μας…….
Αυτός είναι ο Γιώργος Ζαμπέτας, ο πιο Καλός Μαθητής, ο πιο καλός Δάσκαλος.

ΜΑΝΩΛΗΣ ΧΙΩΤΗΣ

Ήρθε η ώρα να γνωρίσουμε έναν δημιουργό, για τον οποίο έχουν ειπωθεί διάφορα!
Άλλοι, τον αποκάλεσαν «Μπετόβεν», ενώ άλλοι, τον επέκριναν για την εξέλιξη που έφερε στο μπουζούκι!
ΟΛΟΙ όμως, συμφωνούσαν, και συμφωνούν μέχρι και σήμερα, ότι μπουζουξής και συνθέτης σαν τον ΧΙΩΤΗ, δεν θα ξαναπεράσει από τον τόπο!
Ο Μανώλης Χιώτης, γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη το 1920, όπου είχε πάει προσωρινά η οικογένεια του!
Οι δικοί του ήταν από το Ναύπλιο!
Από πολύ μικρός, πήρε μαθήματα κιθάρας, μπουζουκιού, και ουτιού, από έναν κορυφαίο Θεσσαλονικιό δάσκαλο της μουσικής, τον ΓΙΩΡΓΟ ΛΩΛΟ!
Πριν συνεχίσω, θα πρέπει να κάνω και μια διόρθωση σ' αυτό το σημείο!
Ο Χιώτης, όπως θα δούμε και παρακάτω, ξεκίνησε να δουλεύει σαν επαγγελματίας μουσικός σε μικρή ηλικία.
Για αρκετά χρόνια δούλευε σαν κιθαρίστας.
Ο Τάσος Σχορέλης, στο βιβλίο του «Ρεμπέτικη Ανθολογία» Τόμος Δ", εμφανίζει τον Χιώτη σαν μπουζουξή, τέλη του 1936, διπλά στον μεγάλο ΣΤΡΑΤΟ ΠΑΓΙΟΥΜΤΖΗ!
Είχα την τύχη να γνωρίσω από κοντά μερικά ιερά τέρατα του ρεμπέτικου( Μιχάλη Γενίτσαρη, Τάκη Μπίνη, Σωτηρία Μπέλλλου), και από τα λεγόμενα τους, προκύπτει ότι τις πρώτες του εμφανίσεις, και συνθέσεις, ο ΧΙΩΤΗΣ τις έκανε σαν κιθαρίστας (που ήταν άλλωστε εξαιρετικός)!
Κλείνω εδω αυτή τη μικρή παρένθεση-διόρθωση, λέγοντας ότι διατηρώ ορισμένες επιφυλάξεις, γιατί όσα συγγράμματα διάβασα, όλα τα γράφουν διαφορετικά!
Άλλωστε, είναι γνωστό ότι η έρευνα για τα ρεμπέτικα, κρύβει πολλές παγίδες, και αντιφάσεις, μέσα σε λίγα στοιχεία!
Συνεχίζω.
Γύρω στο 1934-35, ο Χιώτης και η οικογένεια του επιστρέφουν στο Ναύπλιο, όπου ο Μανώλης αρχίζει να εργάζεται σαν μουσικός.
Το 1936, τον βρίσκουμε στην Αθήνα, να δουλεύει περιστασιακά σε διάφορα μαγαζιά, μέχρι το 1937, που τον συναντάμε «μόνιμο» πια, στο «Δάσος», μαζί με τον Στράτο, ο οποίος τον πήγε μια μέρα στην «Κολούμπια»!
Εκεί, ο νεαρός Μανώλης, υπέγραψε συμβόλαιο, σαν «Διευθύνων Πρίμο Όργανο»!
Την ίδια εποχή, φωνογράφησε και το πρώτο του τραγούδι, «Το Χρήμα Δεν Το Λογαριάζω», ενώ για πολλά χρόνια, ήταν ο βασικός εκτελεστής της εταιρίας.
Ο Χιώτης, είναι ο δημιουργός του «Τετράχορδου» μπουζουκιού, είναι εκείνος που «δίδαξε» το ταχύτατο παίξιμο , είναι ο μουσικός, ο «Βιρτουόζος», που έκανε το μπουζούκι να ακούγεται σαν «κιθαρομπούζουκο», αξιοποιώντας με έναν μοναδικό τρόπο τις «Συχνότητες» των χορδών!
Ο ανθρωπος που έπαιξε όμως ρόλο στην μουσική πρακτική μόρφωση του Χιώτη, ήταν ο «ΣΤΕΦΑΝΑΚΗΣ ο ΣΠΙΤΑΜΠΕΛΟΣ», τον οποίο άλλωστε ο Χιώτης τον αποκαλούσε ΔΑΣΚΑΛΟ!
Ο Χιώτης έπαιζε μπουζούκι, κιθάρα, ούτι, και βιολί!
Ο «Σαμιώτης», λέει!
«Ο Μανώλης, και στα τέσσερα όργανα που έπαιζε, ήταν άσσος!
Όταν έπιανε στα χέρια του την κιθάρα, εγώ πάγωνα.
Ήταν η καλύτερη κιθάρα.
Το ίδιο και στο βιολί! Όταν έπαιζε σε καθήλωνε, σε έκανε να χάνεις τα λογικά σου»!
Ο Χιώτης, πέθανε το 1970,αλλα άφησε πίσω του έναν πολύ μεγάλο αριθμό τραγουδιών, τα οποία ακούγονται και σήμερα παντού!
Με τον θάνατο του, το «ΚΕΝΟ» στο τραγούδι μας έγινε ακόμα μεγαλύτερο.
Έκανε τρεις γάμους!
Με την Ζωή Νάχη, τη Μαίρη Λίντα, και την Μπέμπα Κυριακίδου.

Ο ΜΑΗΣ ΣΤΗΝ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ

Όπως λέει και ένα παλιό τραγουδάκι, «Ο Μάιος μας έφτασε», και εμείς με «ταχύ βήμα», ας πάμε να γνωρίσουμε αυτόν τον μήνα μέσα από την λαογραφία μας, τα ήθη και τα έθιμα της χώρας μας. Πάμε να γνωρίσουμε λίγο «διαφορετικά» τον Μάη με τα Λουλούδια, τον ανοιξιάτικο. Ο Μάης είναι ένας μήνας «διπρόσωπος», καλός και κακός μαζί. Ο Μάης είναι «καλομηνας», είναι «λουλουδος – πράσινος, τριανταφυλλας», αλλά είναι συγχρόνως και καταραμένος. «Του Μάη η ώρα να σ’ ευρει», λένε για να καταραστούν, η απεύχονται λέγοντας «να μην σ’ ευρει η κακια ώρα του Μάη». Στην Ελληνική παράδοση το Μάη γιορτάζουμε τα «ΡΟΥΣΑΛΙΑ» που είναι γιορτή των νεκρών. Το Σάββατο της πεντηκοστής, το οποίο είναι το Μεγα Ψυχοσάββατο, λέγεται «του Ρουσαλιου το Σάββατο». Είναι μέρα αποφράδα, και δεν κάνει να αρχίσεις τίποτα εκείνη την ημέρα, ούτε να δουλέψεις – ιδίως οι γυναίκες δεν πρέπει να ράψουν, γιατί πιστεύουν πως αν ράψουν, τρυπούν με το βελόνι τις ψυχές των νεκρών. Είναι πανελλήνια πίστη, ότι του Ρουσαλιου το Σάββατο «κλειουνται» όπως λένε οι ψυχές , και πηγαίνει καθεμιά στον τόπο της, γιατί από την Ανάσταση ως την Πεντηκοστή, είναι ελεύθερες να τριγυρνούν στον πάνω κόσμο. Στην Αίγινα, τη χάρη αυτή την απέκτησαν οι ψυχές με την μεσιτεία της Παναγίας, η οποία όταν πέθανε, έκανε ένα ταξίδι στην κόλαση, είδε τα βάσανα που τραβούν οι κολασμένοι, και τόσο πολύ λυπήθηκε, ώστε παρακάλεσε το γιο της να χαρίσει στις κολασμένες ψυχές πενήντα μέρες το χρόνο από την Ανάσταση ως την Πεντηκοστή, και να τις αφήσει να ανεβαίνουν τότε στη γη, ανάμεσα στους ζωντανούς. Ο Φόβος των νεκρών είναι το Μάη ένα έντονο συναίσθημα , που έχει δημιουργήσει και μια σειρά από απαγορεύσεις. Πρώτη και κύρια απαγόρευση, είναι να γίνονται γάμοι το Μάη. Ο Μάης είναι ολόκληρος αφιερωμένος στους νεκρούς, γι αυτό και στη διάρκεια του δεν πρέπει τίποτα να αρχίζει, και μάλιστα ο έγγαμος βίος. Το Μάη δε φυτεύουμε, ούτε στεφανωνόμαστε λένε στην Κέρκυρα, το ‘χουμε για κακό. Το λέει και το τραγούδι. «Ο Κωνσταντίνος ο μικρός, κι ο μικροπαντρεμένος, Το Μάη φυτειαν εφυτευε, το Μάη γυναίκα πήρε….». Και το τι τράβηξε, το λέει το ίδιο το τραγούδι. Οι τρεις πρώτες μέρες του Μάη λέγονται σε πολλά μέρη «δρίμες», μέρες δηλαδή με περιεχόμενο δριμύ, οξύ. Τις μέρες αυτές δεν αρχίζουν καμιά δουλειά, ούτε οι γυναίκες μπουγαδιάζουν, αλλά ούτε και οι άντρες «αυλακιάζουν» κήπους. Η τρίτη Μαΐου, είναι η μέρα που συγκεντρώνει την κακή δύναμη του Μάη. Είναι της ΑΓΙΑΣ ΜΑΥΡΑΣ, όπου για διάφορους λόγους δεν κάνουν δουλειές. Στην Κύπρο δεν κάνουν δουλειές της Αγίας Μαυρας, για να μη γεμίσει το σπίτι μαύρες (κατσαρίδες). Στην παλιά Αθήνα, αυτήν την γιορτή οι γυναίκες δεν έπιαναν βελόνα, για να μην βγάλουν σπυριά, που επίσης τα έλεγαν μαύρες, ενώ στη Ήπειρο, της Αγίας Μαυρας δεν κάνουν χωράφι, γιατί θα πάθουν ζημιά. Ένας, λένε, που έκανε χωράφι της Αγίας Μαυρας, με δυο μαύρα βόδια (όλα μαύρα) έμεινε με τη βουκέντρα στο χέρι, γιατί του ψόφησαν και τα δυο. Μια ακόμα αποφράδα μέρα του Μάη, είναι η όγδοη, που είναι και η μνήμη του Αγίου Ιωαννη του Θεολόγου, ο οποίος σε πολλά μέρη ονομάζεται «Αι Γιάννης Χαλαζας, η Βροχαρης». Εδώ έχουμε φανερή την κακια δύναμη του Μάη, τον κίνδυνο που απειλεί τα σπαρτά, τα οποία είναι σχεδόν ώριμα για θερισμό. Η κακιά δύναμη, είναι η βροχή, και το χαλάζι. Μια παροιμία λέει. «Στων αμαρτωλών τη χώρα, το Μάη μήνα βρέχει», η «Στο κακορίζικο χωριό, το Μαν το βρέχει το νερό». Την πρωτομαγιά ο κίνδυνος που παραμονεύει, προέρχεται από τα μάγια. Μάης – μάγια- μαγεύω-μάγισσες, λέξεις που συνδέονται μαζί τους. Γιατί άραγε το Μάη, όπως λέει ο λαός μας πιάνουν τα μάγια; Στην ανατολική Θράκη, στο Σαμακοβι, υπάρχουν ένα σωρό ιστορίες για τα «μάγια» του Μάη. Μια από αυτές λέει ότι κάποιος έβγαινε ολοτσιτσιδος από το σπίτι του, και πλάγιαζε έτσι μέσα στο χωράφι μέσα σπαρτά. Εκεί που πλάγιαζε, όλο το γέννημα έπεφτε, έλεγε λόγια μαγικά, και πλάγιαζε όλο το χωράφι, σαν να ‘χε πέσει χαλάζι. Μόνο τρία στάχια μένανε όρθια, και αυτά τα έπαιρνε, και τα πήγαινε στο δικό του χωράφι, στο οποίο το στάρι γινόταν πολύ. Έτσι, ο «μάγος» η η «μάγισσα», έκλεβε όλο το ξένο «μπερκέτι», δηλαδή όλο τον πλούτο, την αφθονία. Και ας δούμε και τις καλές ιδιότητες, η αν θέλετε, το «καλό πρόσωπο» του Μάη, μια και είδαμε μερικές από τις κακές. Είναι η δύναμη της βλάστησης, της γονιμότητας, της αναπαραγωγής. Αυτή τη δύναμη, οι άνθρωποι θέλουν να την μοιραστούν με την φύση, και να την προκαλέσουν στον εαυτό τους. Φορείς της γονιμότητας, είναι οι γυναίκες, γι αυτό και η πρωτομαγιά είναι στα περισσότερα μέρη γυναικεία γιορτή. «Γυναικιτ’κη γιορτή η πρωτομαγιά» λένε στη Θράκη. Το σύμβολο της δύναμης της φύσης κατά την παράδοση μας, είναι το Μαγιάτικο στεφάνι. Κρεμώντας το στην πόρτα του σπιτιού μας, μεταδίδουμε με μαγικό τρόπο και στον εαυτό μας τη δύναμη της φύσης. Είχε παλιά σημασία ακόμα και ο τρόπος με τον οποίο κατασκευαζόταν το στεφάνι σε διάφορα ελληνικά μέρη. Στη Σμύρνη για παράδειγμα, την παραμονή της πρωτομαγιάς οι γυναίκες πήγαιναν στην εξοχή, και έκοβαν απ’ όλα τα πράγματα που ‘χουν καρπό: σιτάρι, κριθάρι, συκιά με σύκα, σκόρδο, κρομμύδι, αμυγδαλιά με τα’ αμύγδαλα, ροδιά με το ρόδι, και τα κρεμούσαν στην πόρτα του σπιτιού από πάνω. Αυτός ήταν ο Μαης, και τον είχαν κρεμασμένο μέχρι και του Αϊ Γιάννη του Θεριστή. Τότε τον έβγαζαν, και τον έριχναν στην «φουναρα» (φωτιά του Αϊ Γιάννη). Στο Αιβαλι (όπως πριν είκοσι χρόνια μου είχε πει μια γιαγιά) σε κάθε στεφάνι έβαζαν κι ένα σκόρδο, για τη βασκανία, ένα αγκάθι για τον εχθρό, κι ένα στάχυ για την καλοχρονιά. Αυτά φίλοι μου είναι μερικά στοιχεία, που αφορούν τον Μάη, αλλά και κάποιες από τις «δοξασίες» και συνήθειες του λαού μας. Πολλά από αυτά έχουν χαθεί, μαζί με τους παππούδες και τις γιαγιάδες που έφυγαν από κοντά μας,