Τα κείμενα καθαυτά, πρωτότυπη και μεταφρασμένη ποίηση, οι γραφές και οι μεταγραφές συμπληρώνουν την ύλη του τεύχους, στην οποία θα προστεθεί από την επόμενη φορά μια νέα στήλη (το όνομα το κρατάμε μυστικό), για την εμπειρία μετάφρασης της ελληνικής ποίησης στις άλλες γλώσσες.
Στο πρώτο άρθρο του παρόντος τεύχους, ο Βασίλης Λαμπρόπουλος, ο οποίος έχει συστηματικά ασχοληθεί με την ποίηση των νεοτέρων, σχολιάζει την πολιτική διάστασή της και την υποδοχή της στην Ελλάδα. Το κείμενό του συνομιλεί με εκείνο της Τιτίκας Δημητρούλια στο προηγούμενο τεύχος αλλά και με του Κώστα Παπαγεωργίου, που θα δημοσιευτεί στο επόμενο, και διαγράφει την πορεία αυτής της ποίησης μέσα από το θεωρητικό σχήμα της αριστερής μελαγχολίας. Τον ευχαριστούμε πολύ που αποδέχτηκε τόσο πρόθυμα να συνεισφέρει στον ανοιχτό χώρο διαλόγου που συνιστά το περιοδικό μας και είμαστε σίγουροι ότι η συνομιλία μας θα συνεχιστεί με ποικίλους τρόπους. Η θεωρητική προσέγγιση της νεότερης ποίησης σε συνάρτηση με τη συστηματική κριτική των συλλογών των νέων ποιητών είναι, πάντως, ένα από τα ζητούμενα του περιοδικού, στο πλαίσιο μιας συνολικής προσέγγισης του ποιητικού φαινομένου εντός και εκτός Ελλάδας που επιχειρεί. Τα παλαιότερα κριτικά κείμενα που συστηματικά δημοσιεύουμε αναδεικνύουν μια άλλη διάσταση της αναζήτησής μας σε σχέση με την ποίηση, αυτή της συνέχειας και της διαχρονίας: το εξαιρετικό κείμενο του Δημήτρη Νικολαρεΐζη (1953) για την παλιά και τη νέα ποίηση, πέραν της ιστορικής του διάστασης, διερμηνεύει τον τρόπο με τον οποίο τίθενται και σήμερα ανάλογα ερωτήματα από την κριτική: «η ποίηση που ονομάζω νεότερη δεν είναι όλη η απάλιωτη ακόμα σε στίχους παραγωγή των νεοτέρων χρόνων, αλλά μόνο ένα μέρος της, ένας ξεχωριστός βλαστός από το δέντρο της», λέει ο Νικολαρεΐζης, εντοπίζοντας μάλιστα την ποίηση αυτή «στα περίχωρα του υπερρεαλισμού» – αφού έχει αναφερθεί εκτενώς στο πρόσωπο του ποιητή και την ψυχολογία του. Και συνεχίζει οδηγώντας μας στις απαρχές του μοντερνισμού, στην εποχή των ριζοσπαστικών αλλαγών, στο γύρισμα του 19ου αιώνα, όταν το Παρίσι ήταν ο λογοτεχνικός μεσημβρινός και οι επαναστάσεις περισσότερες της μιας. Πέραν της ευθυβολίας του, το κείμενό του διαβάζεται, όπως και πολλά άλλα κείμενα παλαιότερων κριτικών, και ως ένα πρότυπο κριτικού λόγου που μοιάζει σήμερα να βρίσκεται σε κρίση. Για να επιστρέψουμε όμως στις γόνιμες απαρχές του 20ού αιώνα, στο ίδιο κλίμα, το υπερρεαλιστικό, κινούνταν και ένας από τους μεγαλύτερους Χιλιάνους ποιητές, ο Βιθέντε Ουιντόμπρο, που ο Γιώργος Μπλάνας μεταφράζει το τελευταίο αισθητικό του μανιφέστο Total. Ένας ακόμη στρατευμένος στην επανάσταση υπερρεαλιστής, που έζησε στο Παρίσι την εποχή των ρήξεων και συγχρωτίστηκε με όλες τις μεγάλες μορφές της πρωτοπορίας, για να γίνει στη συνέχεια πολεμικός ανταποκριτής και να πεθάνει νέος από τα τραύματά του, σαν τον Απολλιναίρ. Σε ένα από τα επόμενα τεύχη, θα φιλοξενήσουμε τον άλλον μεγάλο λατινοαμερικανό υπερρεαλιστή και άγνωστο στην Ελλάδα, τον περουβιανό Σέζαρ Μόρο, μεγάλο πολέμιο του Ουιντόμπρο στον μεσοπόλεμο: τον οποίο έβριζε ανοιχτά και με μεγάλη φαντασία στον κατάλογο της πρώτης υπερρεαλιστικής έκθεσης στη Λίμα. Μεταξύ άλλων πολλών, τον κατηγορούσε ότι το ποίημά του «Η καμηλοπάρδαλη» ήταν αντιγραφή του ποιήματος του Λουίς Μπουνιουέλ «Το δέντρο». Ο Ουιντόμπρο απάντησε φυσικά, οργισμένος και εξίσου επινοητικός στις κατηγορίες του, και ο καβγάς αυτός, που κράτησε κάμποσο καιρό, αποτελεί σημείο αναφοράς του λατινοαμερικανικού υπερρεαλισμού στη δεκαετία του 1930. Την ίδια δεκαετία, μας θυμίζει ο Γεράσιμος Ρομποτής, στην Ελλάδα έφταναν από το εξωτερικό κάποιοι ατσαλάκωτοι, όπως λέει ο Τερζάκης, που δεν είχαν ζήσει τα δύσκολα χρόνια του πολέμου, της μικρασιατικής καταστροφής, της δύσκολης ανόρθωσης και έκαναν εύκολη κριτική. Το άρθρο του σχολιάζει την επανεκτίμηση της ξεχασμένης αυτής ποιητικής γενιάς της δεκαετίας του 1920 – κυρίως του Καρυωτάκη με την επιρροή του στη γενιά του ’30. Τα κείμενα καθαυτά, πρωτότυπη και μεταφρασμένη ποίηση, οι γραφές και οι μεταγραφές συμπληρώνουν την ύλη του τεύχους, στην οποία θα προστεθεί από την επόμενη φορά μια νέα στήλη (το όνομα το κρατάμε μυστικό), για την εμπειρία μετάφρασης της ελληνικής ποίησης στις άλλες γλώσσες. Επίσης στο επόμενο τεύχος θα υπάρχει ένα μικρό αφιέρωμα στον ποιητή, δοκιμιογράφο και επιμελητή Δημήτρη Αρμάο και το εκτενές αφιέρωμά μας στη σερβική ποίηση θα φιλοξενηθεί στο μεθεπόμενο τεύχος, μαζί με τα νεότερα από το Βραβείο Μεταφρασμένης Ποίησης «Άρης Αλεξάνδρου». Καλό καλοκαίρι.
|