Πέθανε χθες σε ηλικία 89 ετών στο σπίτι του έξω από τη Μόσχα ο Αλεξάντερ Σολζενίτσιν, ένας από τους πιο σημαντικούς Ρώσους συγγραφείς του 20ού αιώνα, ο ιεροφάντης μιας Ρωσίας που δεν υπάρχει πια.
Συλλυπητήρια τηλεγραφήματα από κάθε γωνιά της γης.
Ο Αλεξάντερ Σολζενίτσιν ήταν περισσότερο γνωστός στο εξωτερικό από ότι στην ίδια του τη χώρα, κάτι που τον πίκραινε και που το είχε επισημάνει, όταν μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού είχε επιστρέψει στη Ρωσία. Συλλυπητήρια τηλεγραφήματα από κάθε γωνιά της γης.
Η κριτική στάση ήταν τρόπος ζωής και κίνητρο δημιουργίας.
Το κύριο έργο του θεωρείται το «Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ».
Ένα ξεκαθάρισμα λογαριασμών με τις σταλινικές μεθόδους καταπίεσης που επηρέασε τον τρόπο, με τον οποίο οι δυτικοί αντιμετώπιζαν την τότε Σοβιετική Ένωση.
Αμφισβητώντας τον Στάλιν
Ο Σολζενίτσιν γεννήθηκε ένα χρόνο μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση το 1918 στον βόρειο Καύκασο.
Σπούδασε μαθηματικά και φυσική και εργάστηκε ως καθηγητής μαθηματικών πριν το 1941 καταταγεί στον Κόκκινο Στρατό.
Τις τελευταίες μέρες του πολέμου αποστασιοποιήθηκε από το καθεστώς και σε μια επιστολή του αμφισβήτησε τις στρατιωτικές ικανότητες του Στάλιν.
Λίγους μήνες μετά τον θάνατο του Στάλιν ο Σολζενίτσιν εξορίστηκε σε χωριό του Καζαχστάν.
Έμεινε 3 χρόνια σε στρατόπεδο κρατούμενων και το 1956 αφέθηκε ελεύθερος. Εγκαταστάθηκε λίγο έξω από τη Μόσχα, όπου άρχισε το συγγραφικό του έργο.
Τα βιβλία του έπεσαν σε δυσμένεια και όταν το 1970 η Σουηδική Ακαδημία τον επέλεξε για το βραβείο Νομπέλ Λογοτεχνίας το σοβιετικό καθεστώς δεν του επέτρεψε να πάει στη Στοκχόλμη για να το παραλάβει.
Κι όταν το «Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ» κυκλοφόρησε στο Παρίσι, το καθεστώς του αφαίρεσε την υπηκοότητα.
Ο Σολζενίτσιν μέσω της Δυτικής Γερμανίας και της Ελβετίας κατέληξε στις ΗΠΑ, όπου έζησε και τα επόμενα 20 χρόνια.Αμφισβητώντας τη Δύση
«Πάντα έλεγα ότι ο κομμουνισμός θα καταρρεύσει», υποστήριζε πρόσφατα ο Σολζενίτσιν, «και ότι θα ήταν δύσκολο να συμφιλιωθεί κανείς με αυτό.
«Πάντα έλεγα ότι ο κομμουνισμός θα καταρρεύσει», υποστήριζε πρόσφατα ο Σολζενίτσιν, «και ότι θα ήταν δύσκολο να συμφιλιωθεί κανείς με αυτό.
Το 1985 άρχισε η κατάρρευση του κομμουνισμού.
Από τότε παριστάνουμε ότι δεν καταλαβαίνουμε.
Και σήμερα βρισκόμαστε σε χειρότερη θέση από τότε.»
Μέχρι το τέλος του, ακόμη και απομακρυσμένος από τα φώτα της δημοσιότητας στο σπίτι του έξω από τη Μόσχα, ο Σολζενίτσιν δεν εγκατέλειψε τον ρόλο του προφήτη, του κήρυκα, του ηθικοπλάστη, του επικριτή.
Επέκρινε με εξίσου απόλυτο τρόπο και τις δυτικές αξίες.
Όταν επέστρεψε στη Ρωσία επί Μπόρις Γέλτσιν, ταξίδεψε σε ολόκληρη την επικράτεια, από το Βλαδιβοστόκ μέχρι την τελευταία γωνιά της χώρας.
Αναζητούσε τον διάλογο με τους απλούς ανθρώπους.
Και συνέχιζε να θεωρεί τον εαυτό του συνήγορο της Ρωσίας.
Αμφισβητώντας τον μιμητισμό
Κατηγόρησε τον Γέλτσιν ότι ξεπούλησε τη χώρα και τον επέκρινε για τις καταπιεστικές μεθόδους που χρησιμοποιούσε.
Όπως και ο Βλάντιμιρ Πούτιν, έτσι κι αυτός απέρριπτε την τάση της ρωσικής κοινωνίας να αντιγράφει τον δυτικό τρόπο ζωής.
Όμως η καινούργια Ρωσία αναζητούσε νέο προσανατολισμό, νέες προοπτικές.
Τα τελευταία του βιβλία δεν άγγιξαν ένα μεγαλύτερο κοινό.
Κυρίως το βιβλίο «Ο ρωσικός δρόμος» που προκάλεσε σχόλια για αντισημιτικές τάσεις.
Οι Ρώσοι είχαν πάψει πια να τον θεωρούν δικό τους άνθρωπο.
«Ακόμα κι όταν προσέχουμε συνεχώς τι λέμε, δεν παραμένουμε παρ’ όλα αυτά άνθρωποι;», είχε ρωτήσει κάποτε.
Η απάντηση βρίσκεται στη ζωή και το έργο του…
Επιμέλεια: Ειρήνη Αναστασοπούλου
Επιμέλεια: Ειρήνη Αναστασοπούλου