Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα μουσικοσυνθέτες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα μουσικοσυνθέτες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 13 Ιανουαρίου 2013

ΑΝΟΙΧΤΑ ΠΑΡΑΘΥΡΑ ΜΕ ΚΛΕΙΣΤΑ ΠΑΝΤΖΟΥΡΙΑ - ΒΙΒΛΙΟΠΡΟΤΑΣΗ

Ακόμα ένα βιβλίο του ΣΤΑΥΡΟΥ ΚΟΥΓΙΟΥΜΤΖΗ, σας προτείνω, έτσι για να συμπληρωθεί η συλλογή θα έλεγα από τα στοιχεία για αυτή τη μεγάλη μορφή.
Είναι το πρώτο βιβλίο που έγραψε, το 1999, μέσα στο οποίο υπάρχει όλη του η ζωή, με λεπτομέρειες μοναδικές.
Μέσα από το βιβλίο αυτό, δεν συμπληρώνουμε απλά τα όποια κενά έχουμε σχετικά με τη ζωή, και την καριέρα του Σταύρου Κουγιουμτζή, αλλά γνωρίζουμε και τη Θεσσαλονίκη μιας άλλης εποχής.
Ο Σταύρος Κουγιουμτζής, «ζωγραφίζει» εικόνες από την Θεσσαλονίκη του χθες μέσα από την διήγηση του.

Και είναι τέτοιος ο τρόπος που περιγράφει όλα τα γεγονότα της ζωής του, που παρασέρνει τον αναγνώστη σε ένα ταξίδι στο χθες, στην Άνω Πόλη, στο κέντρο, σε περιοχές που δεν υπήρχε τότε σπίτι.
Ο Σταύρος Κουγιουμτζής δεν ήταν συγγραφέας.
Έγραφε όμως με τέτοιο τρόπο, με τέτοια μοναδική απλότητα, που θα την ζήλευαν και οι πιο καταξιωμένοι συγγραφείς.
Ας πάρουμε μια μικρή «γεύση» από το βιβλίο.
«Το πρώτο πράγμα που θυμάμαι απ’ τη ζωή μου, σαν σε ομίχλη, είναι ένα μαύρο αμάξι, όπως εκείνα που είδα αργότερα στο σινεμά σε γκανγκστερικές ταινίες.
Ήμουν τριών χρονω.
Στο πίσω μέρος ο πατέρας μου, η μητέρα μου και ανάμεσα τους εγώ.
Μπροστά ο σωφερ.
Θυμάμαι εκείνο το μαύρο ταξί ν’ αγκομαχάει στον ανηφορικό χωματόδρομο πάνω από την Ακρόπολη και αριστερά από τα κάστρα.
Μπροστά και δεξιά δέσποζε το πολυβολείο.
Όταν φτάσαμε στο σπίτι, ένιωθα κάτι σαν περηφάνια, γιατί σ’ εκείνο το συνοικισμό που μέναμε, κοντά στις φυλακές του Γεντί – Κουλέ, ένα ταξί ήταν κάτι σπάνιο.
Ωστόσο οι γείτονες που μας είδαν, δεν ένιωσαν το ίδιο συναίσθημα με μένα.
Κάτι δηλαδή σαν θαυμασμό , να πούμε.
Αντίθετα, μια θλιμμένη έκφραση διέκρινες στα πρόσωπα τους.
Ήταν γιατί ξερανε πως ο πατέρας μου γύριζε από το γιατρό και πως δεν μπορούσε ν’ ανεβεί όλες εκείνες τις ανηφόρες με τα πόδια.
Μετά από λίγες μέρες ο πατέρας μου μεταφέρθηκε στο σανατόριο, εκεί στο Ασβεστοχωρι, και σε έξι μήνες περίπου, η μητέρα μου φόρεσε μαύρα»…..
Έτσι ξεκινά η αφήγηση του Σταύρου Κουγιουμτζή στο βιβλίο του «ΑΝΟΙΧΤΑ ΠΑΡΑΘΥΡΑ ΜΕ ΚΛΕΙΣΤΑ ΠΑΝΤΖΟΥΡΙΑ».
Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «ΕΝΤΕΥΚΤΗΡΙΟΥ», και αξίζει να υπάρχει σε κάθε βιβλιοθήκη.
Βασίλης Τσούγκαρης
tsougarisgnomi@gmail.com

Δευτέρα 17 Σεπτεμβρίου 2012

ΑΚΗΣ ΠΑΝΟΥ - ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΟΝ ΑΞΕΧΑΣΤΟ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟ



«Απαλλάξτε την κοινωνία από τον κύριο και τα παρωχημένα τραγούδια του...»
Ακόμη αντηχούν σαν φριχτοί πυροβολισμοί τα λόγια του συνηγόρου πολιτικής αγωγής Βασίλη Καπερνάρου στην αίθουσα του Μικτού Ορκωτού Κακουργιοδικείου Καβάλας.
Λίγους μήνες αργότερα η «ζωή του όλη» έγινε «κέρασμα στο Χάρο» αλλά τα "παρωχημένα" τραγούδια του παρέμειναν σημαίες πολιτισμού στις πίστες και τα θέατρα της χώρας...
Για μένα ο δρόμος είναι δρόμος, τι πάει να πει είναι στραβός; 
Ο Αθανάσιος Δημητρίου Πάνου γεννήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 1933 στην Καλλιθέα. Ο πατέρας του Εργάζονταν στη Βασιλική φρουρά κι αργότερα στο 15ο στρατιωτικό νοσοκομείο, ως γραμματέας. Ήταν τέσσερα αδέρφια, τα τρία αγόρια. Τη μύησή του στη μουσική θα πρέπει όμως να την πιστώσουμε στη μητέρα του. Εκείνη ήταν που του τραγουδούσε τα ρεμπέτικα της εποχής και τον πήρε από το χέρι να τον γνωρίσει σε σημαντικούς ανθρώπους. Έτσι, ο μικρός Θανασάκης (Άκης) βρέθηκε το 1946, στα δεκατρία του μόλις χρόνια, να παίζει στο πάλκο - αλλά και σε διάφορες ταβέρνες βγάζοντας πιατάκι - κιθάρα και μπουζούκι πλάι στον Γιάννη Σταματίου, τον περίφημο «Σπόρο».
Στα 17 του τό 'σκασε από το σπίτι για να παντρευτεί την, εφ' όρου ζωής πιστότατη, Δήμητρα, που πάντως την χώρισε για να παντρευτεί την Άννα, μητέρα των τεσσάρων παιδιών του. Μιλούσε πάντα στους γονείς του στον πληθυντικό και αυτό απαιτούσε και από τα παιδιά του.
Καλλιθέα, Δάφνη, Πετράλωνα, Αη-Γιάννης Ρέντης ήταν μερικές απ΄τις περιοχές που εμφανίσατηκε ως μουσικός μέχρι το 1958, οπότε και αποσύρθηκε ουσιαστικά από τη νύχτα. Ήταν η ώρα του Συνθέτη.
Δισκογραφεί το πρώτο του τραγούδι, «Το παιδί που απόψε πίνει», σε στίχους του Χρήστου Κολοκοτρώνη με τη φωνή της Καίτης Γκρέυ. Τα χρόνια που ακολούθησαν δε χαρακτηρίστηκαν από κάποια ιδιαίτερη δραστηριοποίησή του, μέχρι να φτάσουμε στο 1967, έτος κυκλοφορίας του «Θα κλείσω τα μάτια» με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση και την Χαρούλα Λαμπράκη. Εκεί αισθάνθηκε και τον πέλεκυ της ανοησίας των Λογοκριτών· μόλις 15 μέρες κυκλοφόρησε ο δίσκος. Η «φτώχια» και η «μιζέρια» που προσπαθεί να αποποιηθεί ο ήρωας του τραγουδιού αντικαθίστανται από κάτι «λευκά περιστέρια» και η Βίκυ Μοσχολιού αναλαμβάνει το 1970 να ερμηνεύσει το τραγούδι με τους πολιτικά ορθούς στίχους. Η πλέον δημιουργική δεκαετία του Άκη Πάνου έχει ξεκινήσει. «Η πιο μεγάλη ώρα», «Η ζωή μου όλη», «Και τι δεν κάνω», «Εγώ καλά σου τά 'λεγα», «Πήρα απ' το χέρι σου νερό», «Δεν κλαίω για τώρα», «Για κοίτα με στα μάτια», «Ο τρελός», «Πυρετός». Ακολούθησαν το «Θέλω να τα πω», «Ο δρόμος είναι δρόμος», «Εφτά νομά σ' ένα δωμά»..

Το 1974 κάνει την πρώτη καλλιτεχνική υπέρβαση. Μπαίνει στο στούντιο μαζί με τον Στέλιο Καζαντζίδη για έναν μεγάλο δίσκο και συγκρούεται μαζί του. Εκεί που προηγουμένως είχαν ευλαβικά πειθαρχήσει ο Γ. Μπιθικώτσης και ο Στράτος Διονυσίου, ο Καζαντζίδης αντέδρασε: Δε δέχτηκε τον απόλυτο έλεγχο που ήθελε ο συνθέτης στην ηχογράφηση. Έτσι προέκυψαν μόνο 6 τραγούδια και ο δίσκος συμπληρώθηκε με παλαιότερες επιτυχίες του τραγουδιστή. Ωστόσο μέσα από το αγαπημένο του ενεάσημο μέτρο, που κυριαρχεί και σ΄ αυτόν τον δίσκο, παρουσιάζει στίχους που υπερβαίνουν την μόδα της εποχής «φύγε - μη φύγεις», «Σ' αγαπώ - μ' αγαπάς» και απογειώνει τις ερμηνευτικές επιδόσεις του απόλυτου Έλληνα ερμηνευτή. για το ομότιτλο του δίσκου τραγούδι, «Η ζωή μου όλη», ο Καζαντζίδης είπε: «Είναι το καλύτερό μου κουστούμι, και αυτό που με εκφράζει περισσότερο.»

Το 1977 με σημαία ένα τραγούδι που γράφτηκε για τη συνεργασία του με τον Καζαντζίδη και ερμηνευτή τον Μανώλη Μητσιά, ηχογραφεί το «Παρώνν!» Τραγούδια-σπονδές για τα πιο άγρια όνειρα των λαϊκών ανθρώπων, που θα επισκιάσει ο θρυλικός «Τρελός», ανεπανάληπτο σουξέ και καλλιτεχνική μονογραφή του Μ. Μητσιά!
Αν όμως οι δύο αυτοί δίσκοι ήταν η καλλιτεχνική του απογείωση, το 1982 έρχεται ο εμπορικότερος του δίσκος. «Θέλω να τα πω» με ερμηνευτή τον Γιώργο Νταλάρα. «Θέλω να τα πω», «Εφτά νομά σ' ένα δωμά», τα σκωπτικά «Άνοιξε Πέτρο» και «αδιόρθω αναρχί», ξεσηκώνουν την Ελλάδα που έχει μόλις μπει σε μια νέα πολιτικοκοινωνική εποχή.
Την αμέσως επόμενη χρονιά οι Αδελφοί Φαληρέα εκτοξεύουν στο ... διάστημα τον δισκογραφικό πύραυλο «Αφιερωμένο εξαιρετικά» με τα Παιδιά από την Πάτρα. Για το "καύσιμο", δηλαδή για το τραγούδι του «Δε θέλω τη συμπόνια κανενός» ο Άκης Πάνου γκρίνιαζε πως πήρε πενταροδεκάρες.
Η επόμενη Δεκαετία τον βρίσκει να σιωπά καλλιτεχνικά και να φλερτάρει με την επικαιρότητα, μέσω επιστολών και άρθρων. Αποφάσισε να ξανανέβει στο πάλκο για δύο μόνο δεκαπενθήμερα: το 1989 στο «Επειγόντως» και το 1994 στα «9/8». Εκεί είχε στήσει το πάλκο σε δύο σειρές. Μπροστά οι μουσικοί, πίσω οι τραγουδιστές και δεν είχε αφήσει χώρο για πίστα.
Την 1η Αυγούστου 1997, πυροβολεί και σκοτώνει τον Σωτήρη Γιαλαμά, μη εγκρίνοντας την ερωτική σχέση που διατηρούσε το θύμα με την κόρη του Ελευθερία. Δικάζεται τον Μάρτιο του 1998 από το μικτό ορκωτό κακουργιοδικείο Καβάλας. «Δε μετανόησα γιατί δεν εννόησα τι έγινε» έλεγε, οχυρωμένος πίσω από τον προσωπικό του κώδικα. Κρίνεται ένοχος και καταδικάζεται σε ισόβια χωρίς ελαφρυντικά. Δεν του αναγνωρίστηκε ούτε το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου, αλλά ούτε και αυτό της καλλιτεχνικής προσφοράς.
Ήταν εκείνα τα σαββατοκύριακα που έκανα τη διαδρομή μέχρι την Κομοτηνή για να τον δω, να του μιλήσω….
Τον άνθρωπο που είχε τα δικά του πιστεύω για τα θέματα «τιμής», τον δημιουργό που ούτε και η φυλακή τον σταμάτησε να δημιουργεί.
Είχε ετοιμάσει τραγούδια μέσα στη φυλακή, αλλά δεν ακούστηκαν ποτέ.
Παρόλα τα προβλήματα υγείας, δημιουργούσε.
Τον τραγούδησαν όλα τα μεγάλα ονόματα του λαϊκού τραγουδιού. Δισκογράφησε 200 περίπου τραγούδια, ενώ πολλά έμειναν στο συρτάρι του. Αξιοσημείωτη είναι η έντονη φήμη που αναπτύχθηκε λίγο πριν πεθάνει, πως είχε δρομολογηθεί η συνεργασία του με τον Στέλιο Καζαντζίδη, ο οποίος ήταν ο μόνος καλλιτέχνης πρώτης γραμμής που τον επισκέφθηκε στη φυλακή.
Στις 2 Φεβρουαρίου 2000 εισήχθη στο Ευγενίδειο θεραπευτήριο, όπου και κατέληξε την Παρασκευή 7 Απριλίου, στις 12 το μεσημέρι, από καρκίνο του παγκρέατος. Ήταν 67 ετών..
Βασίλης Τσούγκαρης

Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2007

ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ


Ο μουσικοσυνθέτης και ραδιοφωνικός παραγωγός Ν. Μαυρουδής καταγγέλλει...

Περίμενα τη διεξαγωγή των εκλογών, για να σας απασχολήσω για την απρόβλεπτη όσο και προσβλητική απόλυσή μου από τον ραδιοφωνικό σταθμό του «Αθήνα 9,84», στον οποίο απασχολούμουν με σύμβαση αορίστου χρόνου.Για την διακοπή της εργασιακής σύμβασής μου υπήρξε αρχικά αναφορά σε εβδομαδιαία εφημερίδα, η βασιμότητα της οποίας πληροφορίας αποδείχθηκε την 5/8/2007, όταν προσήλθα στο Σταθμό, για να αναλάβω εργασία μετά τη λήξη της κανονικής μου καλοκαιρινής άδειάς μου και έκπληκτος διαπίστωσα, ότι την ώρα του δικού μου προγράμματος κάλυπτε (με διαφορετικό πρόγραμμα) άλλος συνεργάτης του Σταθμού!Για την αποπομπή μου αυτή αλλά και τον τρόπο που προβλήθηκε, δεν είχα ουδεμία ενημέρωση ή –πολύ περισσότερο-προειδοποίηση, παρ’ όλο που αναζήτησα να πληροφορηθώ τους λόγους από τον Διευθυντή του Σταθμού κο Γιάννη Πολίτη, ο οποίος …ένιψε τας χείρας του, αναφερόμενος απλώς σε απόφαση του ΔΣ του Σταθμού.Παρά τις εύλογες διαμαρτυρίες μου, ουδείς ενδιαφέρθηκε να μου γνωρίσει το παραμικρό σε σχέση με την αψυχολόγητα σκληρή συμπεριφορά του Σταθμού σε βάρος μου μέχρι την 24/9/2007, οπότε μου επιδόθηκε έγγραφο καταγγελίας της εργασιακής μου σύμβασης, με την αποδεδειγμένα προσχηματική και επινοημένη επίκληση ως λόγου απόλυσής μου «την γενική αναδιοργάνωση του ραδιοφωνικού προγράμματος του Σταθμού».Για την απόλυσή μου από το Σταθμό «9,84», τον τρόπο που αυτή προβλήθηκε και τους ψευδείς λόγους που επικαλείται ο Σταθμός, εκφράζω, εκτός από την διαμαρτυρία μου, και την λύπη μου, εφ’ όσον επί 30 χρόνια, που δουλεύω στο ραδιοφωνικό μετερίζι (από τα οποία 10 στον «9,84»), δεν ξανασυνάντησα τέτοια προσβλητική και εν κρυπτώ συμπεριφορά, παρ’ ότι, εκτός της μουσικής δημιουργίας, επί χρόνια έχω αφοσιωθεί σε θέματα ραδιοφωνικού πολιτισμού, εν μέσω μιας γενικότερης –ως γνωστό- ραδιοφωνικής εξάρτησης από …μοδάτες – χαβαλέ μεταδόσεις που έχουν πλημμυρίσει τα ερτζιανά…
Μία μόδα επικίνδυνη για τους πολίτες.Αναρωτιέμαι αν αυτό είναι το μοντέλο του «πολιτικού πολιτισμού» και των όρων νομιμότητας που έχουν αντιληφθεί οι διευθύνοντες του «9,84» και οι υπεύθυνοι του Δήμου Αθηναίων στους οποίους υπάγεται ο Σταθμός.
Η πραγματικότητα βέβαια είναι πως όλο και λιγότεροι άνθρωποι του πολιτισμού βρίσκονται σήμερα εν ενεργεία σε ραδιόφωνα, γι αυτό και η πενηντάχρονη πορεία μου στη μουσική δράση και σκέψη, δεν στάθηκε επαρκής, ώστε να μου επιτρέψουν την συνέχιση μιας τέτοιας εργασίας στον «9,84».
Η αναιτιολόγητη απόλυσή μου, με αναγκάζει να δεχτώ πως ο ελεύθερος λόγος μου σε πολιτιστικά και κοινωνικά θέματα που πραγματευόμουν στις εκπομπές μου, προφανώς δημιούργησε δυσφορία στους ιθύνοντες του Σταθμού, που αρνούνται να δεχθούν, ότι η υπεράσπιση του πολιτισμού προϋποθέτει πολιτική θέση και ανάληψη ευθύνης.Θα διεκδικήσω μέσω δικαστικής οδού την δικαίωσή μου, καθώς και την αποκατάσταση της προσβολής της προσωπικότητάς μου και αναρωτιέμαι:Ο δήμος της Αθήνας, εκφράζεται μέσα από τέτοιες σκοτεινές εργασιακές διαδικασίες;
Αυτό είναι λοιπόν.
Ακόμα μια σωστή φωνή σίγησε από το ραδιόφωνο.
Θυσιάστηκε μπροστά στα όποια συμφέροντα, στις όποιες σκοπιμότητες.
Η κατάσταση στο ραδιοφωνικό τοπίο της χώρας πάει από το κακό στο χειρότερο.
Οι παραγωγοί δίνουν τη θέση τους στους υπολογιστές, το πρόγραμμα, δίνει την θέση του στις διάφορες play list που εξυπηρετούν τα σουξέ των εταιριών, και την συνέχιση της ανύπαρκτης μουσικής μας παιδείας.
Όταν δεν σέβονται μια προσωπικότητα σαν τον Νότη Μαυρουδή, τότε τι να πούμε;
Κρίμα.
Ντροπή.