Τρίτη 27 Αυγούστου 2019

Ο Ασβός

Ο Ασβός 
Βασίλης Βασιλικός
Επίμετρο: Θανάσης Αγάθος
Σειρά: ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
Επιμέλεια: Αλέξανδρος Πανούσης
Σχήμα: 14Χ21
Σελίδες: 296
Εξώφυλλο: Μαλακό
ISBN: 978-960-567-209-6
Θεματολογία:
Ερωτικό
Κοινωνικό
Προσωπικές αφηγήσεις
Ένας μεσήλικας συγγραφέας αποτυπώνει την ερωτική ιστορία του με μια πολύ νεότερή του γυναίκα στη Νέα Υόρκη του 1980, λίγο καιρό μετά την ξαφνική απώλεια της αγαπημένης του. Αυτός, ακαταμάχητος εραστής, τρυφερός και κυνικός μαζί, τσακισμένος από τον θάνατο της συντρόφου του, καταφτάνει στις ΗΠΑ τον χειμώνα του 1979-1980 για να δώσει μια σειρά διαλέξεων σε πανεπιστήμια. Εκεί γνωρίζει τη νεαρή Φλώρα, φοιτήτρια της Αρχιτε-κτονικής, που εμφανίζεται ως από μηχανής θεός στο δράμα του άντρα. Μια γνωριμία που γρήγορα θα εξελιχθεί σε θυελλώδη έρωτα, σε σχέση βαθιά, σαρκική και ψυχική, ανάμεσα σε έναν άντρα θύτη και θύμα και μια γυναίκα υποταγμένη και αφοσιωμένη, που πασχίζει να τον κρατήσει κοντά της. Εκείνη αρχικά θα θυμίσει στον ήρωα-αφηγητή την παντοδύναμη νεκρή αγαπημένη, αλλά θα επιχειρήσει στη συνέχεια να αυτονομηθεί, να διεκδικήσει τον δικό της χώρο, κόβοντας τα μαλλιά της και ανατρέποντας την ισορροπία της σχέσης.
Ο Ασβός, που για διάφορες ατυχείς συγκυρίες παρέμεινε ουσιαστικά εκτός κυκλο-φορίας για περίπου 30 χρόνια, είναι ένα συναρπαστικό «αφήγημα πόλης», χρονικό της συμ-βίωσης δύο ανθρώπων σε μια γοητευτική και εκκωφαντική μεγαλούπολη. Ένα μυθιστόρημα πάνω στην ευεργετική και μαζί καταστροφική δύναμη του έρωτα.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
Περιµένοντας µια αγάπη, πέρασε η άλλη, ανυποψίαστη, από δίπλα του κι Αυτός, που είχε κολληµένο το άρρωστο βλέµµα του στη γωνιά του δρόµου, δεν την αντιλήφθηκε παρά αφού ήταν πολύ αργά: είχε στρίψει κι είχε χαθεί για πάντα. Τι να ’κανε; Όλα τον εκνεύριζαν. Για να ηρεµήσει πήρε τότε ένα χάπι που δεν είχε πάρει για καιρό, µα έπρεπε, για να συνέλθει, να δει τον κόσµο κάτω απ’ το ηρεµιστικό. Αφού το µόνο ηρεµιστικό που υπήρχε, η αγάπη του, δεν είχε έρθει ακόµα. Κι όµως έπρεπε να ζήσει, όπως πρέπει όλοι να ζήσουνε, σταθερά, επάκτια, µοναδικά.
Η Φλώρα αργούσε. Αργούσε πολύ. Τόσο που φυτεύτηκε ξένα φυλλώµατα και καρφώθηκε στη γλάστρα. Μεταµορφωµένος σε λέσβιο φυτό, δεν ξανακούνησε. Και πιστεύοντας πως είχε φτάσει η ώρα της απόλυτης παραδοχής, εκτινάχτηκε απ’ τον δέκατο έβδοµο όροφο, σαν σβησµένο πυροτέχνηµα, στο κατάστρωµα του πολυσύχναστου δρόµου.
Ένα «αφήγηµα πόλης», χρονικό της συµβίωσης δύο ανθρώπων σε µια γοητευτική και εκκωφαντική µεγαλούπολη. Ένα µυθιστόρηµα πάνω στην ευεργετική και µαζί καταστροφική δύναµη του έρωτα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: