Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα αρμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα αρμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 9 Αυγούστου 2009

ΒΙΒΛΙΟΠΡΟΤΑΣΗ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΡΜΟΣ

Μικρασίας έρως Συγγραφέας: Καραβασίλης Δημήτρης Ν. Εκδότης: Αρμός
ISBN 960-527-412-4 Γλώσσα Ελληνικά Μήνας Έκδοσης Οκτώβρης Έτος Έκδοσης 2007 Τόπος Έκδοσης Αθήνα Αριθμός Σελίδων 170 Εξώφυλλο Μαλακό εξώφυλλο Διαστάσεις 21χ14 Περιγραφή
Έρωτας θα πει δόσιμο.
Κι εμείς Μικρασία μου σου δώσαμε την ψυχή μας.
Μας αγάπησες άραγε κι εσύ τόσο;
Μας σκέφτηκες καθόλου;
Μας περιμένεις ακόμη;
Καθόμαστε τώρα εδώ, και αυτό το δειλινό μέσα στις μικρές αυλές μας κι η μνήμη σου γεμίζει με άρωμα νυχτολούλουδου το βραδάκι μας.
Ακόμη είμαστε πρόσφυγες.
Κι αν ξαναγίνηκε το βιος μας, κι αν τα παιδιά μας δεν γνώρισαν τον μεγάλο έρωτα του γονιού τους, στο βάθος της καρδιάς μας, ένα έτοιμο σεντούκι περιμένει, γεμάτο με τον Έρωτά μας, για να πάρουμε τον δρόμο της επιστροφής.
Ο μπάρμπα-Κωνσταντής, ο Στάμος, η κυρά Μαρίκα και οι άλλοι τρέμουν, μήπως τα παιδιά τους δεν νιώσουν τίποτα από τον έρωτά σου.
Και τα μαζεύουν και τους λένε... και τους λένε... μέχρι να αποκάμουν τα στόματα και τα μάτια να δακρύσουν.
Κι όταν τελειώσουν τα λόγια, αρχίζουν και γεμίζουν λευκές σελίδες, σαν κι αυτού του βιβλίου, που ξεκίνησε από απλό χαρτί και πόθησε να γίνει καράβι του νόστου, με επιβάτες κάποιους που έκαναν τη νοσταλγία τους γιορτή και τον έρωτά τους τραγούδι και καμιά φορά παραμύθι.

Τρίτη 26 Μαΐου 2009

ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΕΓΩ

«ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΕΓΩ». Μυθιστόρημα. Νάτο λοιπόν, στα σπάργανα, το καινούριο μου βιβλίο... Με λένε Λίτσα Καραμπίνη και είμαι εκείνη που το γέννησα, ύστερα το βάφτισα και τώρα το πάει "ατα" ο ΑΡΜΟΣ.
Το ΄χω φασκιώσει σε 359 σελίδες και αν σκεφτείς να το υιοθετήσεις, ξέρεις, το τίμημά του είναι 15 ευρό. Και, μια που βρεθήκαμε για να γιορτάσουμε τα γεννητούρια, λέω, να σε φιλέψω ένα μικρούτσικο απόσπασμά του. Άντε βρε, χαλαλι σου... Νομίζω, πως, κάπου-κάπου ο Θεός κάνει καψόνια στους ανθρώπους για να σπάσει τη μονοτονία της ακατάπαυστης ροής του κόσμου του, ή, τα κάνει απλά και μόνο, έτσι, για τη πλάκα του. Κι έπειτα, θέλοντας να κρατήσει ζωντανό το ενδιαφέρον για τα πλάσματά του, αφήνει μέσα τους να εκκρεμεί για πάντα ο απόηχος απ΄ τα καψόνια που τους κάνει.
Αλλά μπορεί ακόμη και να έχει άλλους, δικούς του, ανεξερεύνητους λόγους.
Ποιος μπορεί να ξέρει… Στη δική μου περίπτωση, ή ο Θεός έκανε καψόνι στον πατέρα, κατά τον ερχομό μου στη ζωή, ή έπεσα πάνω σε μια στιγμή αφηρημάδας Του κι έτσι κάτι δεν Του πήγε καλά με τα γονίδιά μου.
Δηλαδή, φαντάζομαι πως τα κρατούσε σε μια χούφτα ανακατεμένα, μαζί με της δίδυμης αδελφής μου τα γονίδια και ό,τι περίσσεψε απ΄ αυτήν τα σκόρπισε σε μένα, έτσι στο… «πάρ΄ τα και ξεμπέρδεψέ τα μόνη σου… αν μπορείς και… όποτε μπορέσεις…». Και από τότε, κάθεται ο Θεός και κάνει χάζι μ΄ όλα κείνα τα μπερδέματα που εκκρεμούνε μέσα μου. Βαδίζω αργά στο πλακόστρωτο που οδηγεί μπροστά από την εκκλησία, λες και περιπλανιέμαι όλη αυτή την ώρα μόνο και μόνο για να φτάσω ως εδώ. «Ε, και λοιπόν, τι κολλάς;
Η ζωή συνεχίζεται…» λέω με το νου μου, μα μόλις αντικρίζω τα μαρμάρινα σκαλιά βουρκώνουνε τα μάτια μου, ενώ εκείνα, σα να μου φαίνεται πως μου χαμογελούν μ΄ ένα λευκό, κατεργάρικο χαμόγελο.
Ένα χαμόγελο που μέσα από τη παγερή του λευκότητα κρατάει ακόμη, ανάμεσα στα δόντια του, αιχμάλωτα τα όνειρά μου.
Βλέπω εκεί, μπροστά μου, το νυφικό, τα στέφανα, τα δώρα, τις μπομπονιέρες, τις λαμπάδες, να σπαρταράνε σφηνωμένα ανάμεσα στα σκαλοπάτια και κλαίγοντας να με εκλιπαρούν να κάνω κάτι να τα σώσω. Κι ενώ ο κόσμος γύρω μου γίνεται ντεκόρ, βλέπω το προαύλιο της εκκλησίας να γεμίζει ανθρώπους επίσημα ντυμένους - δικοί του όλοι, εγώ μόνο τον Ιάκωβο έχω καλέσει - κι εμένα, να σέρνω μεγαλόπρεπα την ουρά του νυφικού, σκαλί-σκαλί, μέχρι το πλατύσκαλο όπου με περιμένει ο Νόντας με μια μικρή, εξωτική ανθοδέσμη στο χέρι.
Τον πλησιάζω έτοιμη να πάρω το φιλί που θα επισφραγίσει την αιώνια ένωσή μας μα καθώς εκείνος μου προσφέρει την ανθοδέσμη του, τα πολύχρωμα εξωτικά λουλούδια γιγαντώνονται ανάμεσά μας και μου κρύβουν απειλητικά τη θέα όλου του κόσμου. Κλείνω τα μάτια να μη δω τι θα μπορούσε να ακολουθήσει αν αύριο το βράδυ στις εννιά έκανα το λάθος να τον παντρευτώ και επιταχύνοντας το βήμα μου, κατηφορίζω προς τη Μεσογείων. Κατηφορίζω προς την εκκλησία της αγίας Παρασκευής, πιο μπερδεμένη ακόμη από πριν.
Τα πόδια μου πονούν απ΄ το περπάτημα και τα αισθάνομαι πρησμένα μέσα στις ψηλοτάκουνες γόβες μου, ενώ το μυαλό μες στο κεφάλι μου έχει παγώσει εντελώς, από το κρύο, το ξενύχτι και την ένταση. Τέτοιο ψοφόκρυο, Οκτώβρη μήνα, έχουμε να δούμε χρόνια.
Σύννεφα φορτωμένα με βροχή σκοτεινιάζουνε τη μέρα και το τσουχτερό αγιάζι που περνάει μέσα από τ΄ ανάλαφρα ρούχα μου, μου τρυπάει το κόκαλο μέχρι το μεδούλι. Και να που στο επόμενο βήμα μου, καραδοκεί ο βερζεβούλης, κρυμμένος στο πλακόστρωτο, κάτω από μια ξεκολλημένη πλάκα. Σκοντάφτω, παραπατάω, πέφτω σε μια γριούλα επάνω που σέρνει πίσω της ένα καρότσι λαϊκής και παίρνω σβάρνα το καρότσι της. Κατρακυλάει ένα λάχανο, ακολουθεί το κουνουπίδι, τα μήλα αδειάζουνε στα πόδια μου, τα λεμόνια παίρνουνε τη κατηφόρα και ξεζουμίζω κάτω από τις γόβες μου ένα μάτσο μαϊντανό. «Συγνώμη», της λέω αμήχανα. «Στραβομάρα» γρυλίζει η γριούλα και απλώνει τα οστεώδη, τρεμάμενα χέρια της σε μια μούντζα μεγαλοπρεπή. Κάποιοι περαστικοί που σταματούν συνηγορούν με τη γριά και με δικάζουν με το βλέμμα τους, ενώ, πιο πέρα, μια παρέα σχολιαρόπαιδα που δείχνουνε ν΄ απολαμβάνουν τη σκηνή, με κοιτάζουνε αυθάδικα, κάτι τιτιβίζουν μεταξύ τους και ξεραίνονται στα γέλια. Παρατάω τη γριούλα σύξυλη με το καρότσι αδειανό και τρέχω προς τη λεωφόρο να προλάβω το φανάρι που είναι ακόμη πράσινο για τους πεζούς.
Μα δεν το προλαβαίνω, ίσα που φτάνω τρέχοντας μέχρι το ρείθρο του πεζοδρομίου και σταματώ εκεί, ενώ πίσω μου ακούω βήματα βιαστικά να με ακολουθούν. Τα βήματα με πλησιάζουν χωρίς να σταματούν και μια γυναίκα ντελικάτη με μακριά μαλλιά, που δείχνει ν΄ αψηφά τον κόκκινο σηματοδότη, με προσπερνά και διασχίζει κάθετα τη λεωφόρο. Η μικρή, πνιχτή κραυγή που μου βγαίνει αθέλητα, δεν αποτρέπει το κακό.
Ένα σκούρο αυτοκίνητο που πέφτει επάνω της χωρίς καθόλου να φρενάρει, τη παρασύρει, τη τινάζει στον αέρα σαν άδειο σακί και τη ξαπλώνει μπρούμυτα στη λεωφόρο.

Σάββατο 23 Μαΐου 2009

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΒΙΒΛΙΟΥ ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ Γ. ΖΟΥΡΑΡΙ ΣΤΗΝ «ΤΕΧΝΟΠΟΛΙΣ» ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΑΘΗΝΑΙΩΝ

Οι Εκδόσεις Αρμός με την υποστήριξη της «Τεχνόπολις» του Δήμου Αθηναίων παρουσιάζουν το νέο βιβλίο του Κώστα Ζουράρι για τον Μακρυγιάννη «Να την χέσω τέτοια λευτεριά, όπου θα κάμω εγώ εσένα πασιά», την Δευτέρα 25 Μαΐου 2009 και ώρα 20.00 (Αίθουσα «Κωστής Παλαμάς», Πειραιώς 100, Γκάζι).
Χαιρετισμό θα απευθύνουν ο Δήμαρχος Αθηναίων κ. Νικήτας Κακλαμάνης, και ο Πρόεδρος της «Τεχνόπολις» κ. Φώτης Ιγνατίου.
Για το βιβλίο θα μιλήσουν ο συγγραφέας Κώστας Ζουράρις, ο Ομότιμος Καθηγητής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Ερατοσθένης Καψωμένος και ο ζωγράφος Γιώργος Κόρδης.
Μετά την παρουσίαση θα ακολουθήσει συναυλία από το Εργαστήρι Ελληνικής Μουσικής των Μουσικών Συνόλων του Δήμου Αθηναίων, υπό την διεύθυνση του Χρήστου Χαλκιά. Τραγουδά η Νάντια Καραγιάννη.
Παράλληλα στο χώρο θα λειτουργεί έκθεση ζωγραφικής του Γιώργου Κόρδη με τίτλο «Ήρωες του 21» από τις 23 έως και τις 25 Μαΐου και ώρες 10.00-22.00