Ο άνθρωπος τον οποίο αποκαλούν «Αηδόνι της Ηπείρου». Ο Αλέκος Κιτσάκης γεννήθηκε στο Ριζοβούνι Πρέβεζας, το οποίο είναι γνωστό «Λάκκα Σούλι».
Σε ηλικία οκτώ μηνών ορφάνεψε από μητέρα, και ένα χρόνο αργότερα, και από πατέρα. Τον μικρό Αλέκο και τον μεγαλύτερο αδελφό του Σταύρο τους μεγάλωσε ο θείος τους Γιώργος Γιαννακάκης.
Σε ηλικία έξι χρόνων ο θειος του «σκάρισε» με την στάνη.
Ο μικρός Αλέκος, όλη την μέρα που έβοσκε τα πρόβατα ήταν με το τραγούδι στο στόμα, κάτι που έκανε τους συγχωριανούς του να καταλάβουν ότι έχει ταλέντο στο τραγούδι.
Μάλιστα τον έπαιρναν στο καφενείο, τον κερνούσαν λουκούμι, και τον έβαζαν να τραγουδήσει. Ένας μακρινός του συγγενής ο Νίκος Σουλιώτης με δυσκολία τον πήρε από τον θειο του και τον πήγε στην Αθήνα, δήθεν για καλύτερα, αλλά εκεί τον βρήκαν τα χειρότερα.
Από τσοπάνος γιδιών στα βουνά της Ηπείρου, έγινε φύλακας γουρουνιών στο Γουδί.
Ο μικρός Αλέκος διαμαρτυρήθηκε και απείλησε τον συγγενή του ότι θα ξαναπάει στο χωριό αν δε του έβρισκε άλλη δουλειά, και ο Σουλιώτης τον γνώρισε στον πρόεδρο της Πανηπειρωτικής Συνομοσπονδίας, που τον καλούσε να τραγουδάει σε κάθε εκδήλωση της.
Ο Γενικός Γραμματέας, και ταμίας της Πανηπειρωτικής είχαν πιστέψει στο ταλέντο του Αλέκου, και αποφάσισαν να τον παρουσιάσουν στο θέατρο της Κυβέλης.Έτσι, σε ηλικία 12 ετών, ο Αλέκος Κιτσάκης ντυμένος τσολιάς βγαίνει στη σκηνή και τραγουδάει την «Τζαβέλαινα», κατενθουσιάζοντας όλο το ακροατήριο.
Στην συγκεκριμένη εκδήλωση ήταν και η μεγάλη ΜΑΡΙΚΑ ΚΟΤΟΠΟΥΛΗ, που έτρεξε να τον συγχαρεί. Όταν όμως έμαθε την ιστορία του, τον γνώρισε στη Βασίλισσα Φρειδερίκη, και της εξήγησε ότι είναι ένα φτωχό παιδί που έχει ανάγκη από βοήθεια.
Μάλιστα τον έβαλε να τραγουδήσει, και αυτό ήταν κάτι που συγκίνησε την Φρειδερίκη, η οποία πήρε τον μικρό Αλέκο στο παλάτι.
Στη συνέχεια η Πανηπειρωτική σε συνεννόηση με τη βασίλισσα τον έστειλε σε ιδιωτικό σχολείο του οποίου τα έξοδα πλήρωνε το παλάτι.
Το 1948 η Πανηπειρωτική συνεννοήθηκε με τον γενικό διευθυντή των ορφανοτροφείων, και τον έστειλε στην Κέρκυρα, στο Αχίλλειο Ίδρυμα.
Σε επίσκεψη της εκεί η Φρειδερίκη τον είδε και τον ρώτησε γιατί προτίμησε να πάει εκεί. Ο Κιτσάκης της απάντησε ότι « ήρθα να ψυχαγωγήσω τα τόσο δυστυχισμένα αδέλφια μου».
Συγκινημένη απ’ αυτή την απάντηση η Φρειδερίκη έδωσε εντολή στον γραμματέα της να του εκδώσει επί τόπου άδεια εισόδου στο παλάτι για οποιαδήποτε ώρα θελήσει.
Ο Κιτσάκης αυτή την άδεια ούτε στιγμή δεν τη θεώρησε σημαντική, σε σημείο που την πέταξε η την έχασε. Τον Σεπτέμβρη του 1949 πάει στην Πάτρα στο «Σκαγιοπούλειο Ορφανοτροφείο», όπου τελειώνει τη μέση Γεωπονική σχολή.
Το 1952 στην Αθήνα μέσω του Διευθυντή του Ηπειρωτικού Μέλλοντος και τον γνωριμιών του έρχεται σε επαφή με τον διευθυντή του Εθνικού Ωδείου τον μεγάλο ΜΑΝΩΛΗ ΚΑΛΟΜΟΙΡΗ.
Όταν τον άκουσε ο Καλομοίρης, του έδωσε υποτροφία για το Εθνικό Ωδείο. Συμμαθήτρια του Κιτσάκη ήταν η υψίφωνος Αντιγόνη Σγούρδα, ενώ φωνητικά του έκανε η Μάγγη Καρατζά, η οποία ήταν συνεργάτιδα του ΔΗΜΗΤΡΗ ΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ.
Όλα αυτά ήταν καλά, αλλά και η φτώχια ήταν φτώχια.
Για καλή του τύχη μια μέρα που τραγουδούσε σε μια εκδήλωση της Πανηπειρωτικής, τον άκουσε ο τότε διευθυντής του Ε.Ι.Ρ και τον προσέλαβε να τραγουδάει δυο φορές την εβδομάδα στο ραδιόφωνο.
Βρισκόμαστε στα 1953, και δυο χρόνια μετά, το 1955 «Γραμμοφώνησε» τα πρώτα του τραγούδια. Το ξεκίνημα είχε γίνει, και ο Αλέκος Κιτσάκης έγινε αποδεκτός από το Πανελλήνιο.
Εδώ πρέπει να επισημάνω ότι ο Αλέκος Κιτσάκης εκτός από μεγάλος τραγουδιστής, είναι και ένας «πολυγραφότατος» στιχουργός δημοτικών τραγουδιών, αλλά και συνθέτης, και έχει υμνήσει την πατρίδα του την Ήπειρο σε μεγάλο βαθμό.
Στα 100 τραγούδια του, τα 80 μιλούν για την Ήπειρο, και για τους Ηπειρώτες, κάτι που έκανε τους Ηπειρώτες σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη να τον λατρεύουν και να τον καλούν σε όλες τις εορταστικές εκδηλώσεις.
Μια από τις έξι φορές που πήγε στην Αυστραλία, το 1983, έδωσε συναυλία σε ανοικτό χώρο και μάζεψε 120.000 κόσμο.
Αυτό το γεγονός έκανε μια εφημερίδα της ομογένειας να γράψει:
«Η επίσκεψη του μεγάλου Έλληνα τραγουδιστή Αλέκου Κιτσάκη στην Αυστραλία, επισκίασε και αυτή του Κωνσταντίνου Καραμανλή.