Δευτέρα 2 Ιανουαρίου 2012

Όταν «καθάριζε» ο Γκαούρ...

Όταν «καθάριζε» ο Γκαούρ...                                      
Ο Νίκος Ρούτσος και οι μυθικοί ήρωές του                          
του Δημητρη Γκιώνη                                  
«Ενας από τους τρεις Εγγλέζους, ο πιο μεγάλος, κοιτάζει με θαυμασμό τον Γκαούρ. Αμέσως γυρίζει στον Ταρζάν. Του λέει:                         
- Ερχόμαστε από την πατρίδα. Σου φέρνουμε άσχημα νέα. Οι πατριώτες σου έχουν αρχίσει να σε περιφρονούν.                              
Μαθαίνουν πως στη ζούγκλα βρίσκεται ένας γιγαντόσωμος Ελληνας.                     
Πιο δυνατός, πιο ατρόμητος από σένα! Λένε ακόμα πως αυτός είναι εδώ ο πραγματικός άρχοντας. Πως σε σένα πια ούτε οι άγριοι, ούτε τα θεριά υπακούνε.                            
Ο Ταρζάν μουρμουρίζει:                         
- Εγώ είμαι ο άρχοντας της ζούγκλας. Κανένας δεν είναι πιο δυνατός, πιο ατρόμητος από μένα!»                        
Απόσπασμα από το εβδομαδιαίο περιοδικό «αυτοτελών περιπετειών ζούγκλας», όπως αυτοχαρακτηρίζονταν, που έκανε θραύση στον παιδόκοσμο στις δεκαετίες του '40 και του ‘50 (πριν ενσκήψει ο «Μικρός Ηρως» του Θάνου Αστρίτη - ψευδώνυμο του συγγραφέα πολλών παιδικών περιοδικών Στέλιου Ανεμοδουρά).                          
Ο δημιουργός                          
Δημιουργός του «Γκαούρ - Ταρζάν» ο Νίκος Ρούτσος, συγγραφέας και άλλων παρεμφερών αναγνωσμάτων για παιδιά άλλα και μεγαλύτερους (μεταξύ των οποίων και του «Τζον Γκρίκ», ιδιωτικού ντετέκτιβ ελληνικής καταγωγής, με πεδίο δράσης τη Νέα Υόρκη, που έγινε και ραδιοφωνική σειρά με μεγάλη ακροαματικότητα).                            
Και, ακόμα, στιχουργός ρεμπέτικων τραγουδιών, κυρίως σε συνεργασία με τον Βασίλη Τσιτσάνη (η πατρότητα όμως των οποίων αμφισβητήθηκε).                        
Εδώ θα αρκεστούμε στον Ρούτσο του «Γκαούρ - Ταρζάν».                         
«Με το θάνατο του Νίκου Ρούτσου την περασμένη εβδομάδα, όσοι είμαστε παιδιά στη δεκαετία του ‘ 50, χάσαμε έναν από τους πρώτους πνευματικούς μας τροφοδότες.                        
Ηταν αυτός που με τις εξωτικές ιστορίες και τα παραμύθια του ερέθιζε τη φαντασία μας και ομόρφαινε τη ζωούλα μας τα δύσκολα εκείνα μετεμφυλιακά χρόνια [...]                                 
Και μπορεί σήμερα να τα απορρίπτουμε, αλλά τότε, στα χωριά που ζούσαμε , ήταν η μοναδική διέξοδος από τα ανούσια σχολικά βιβλία», έγραφα στις παρούσες σελίδες στις 19 Δεκεμβρίου 1981, αποχαιρετώντας τον Ρούτσο, που είχε φύγει από τη ζωή στις 15 Δεκεμβρίου 1981 (πριν τριάντα χρόνια), στα 77 του.                   
Για τον ιερατικό κλάδο προόριζε τον Νίκο ο φιλόλογος πατέρας του, αυτός συμφώνησε να γραφτεί στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, για να την παρατήσει όμως πριν πάρει πτυχίο.                    
Ηδη είχε αρχίσει να γράφει σατιρικούς στίχους και χρονογραφήματα σε έντυπα της εποχής.                    
Μετά τον πόλεμο άρχισε να εργάζεται στον εκδοτικό οίκο «Αγκυρα» (που από το... 1890 ευδοκιμεί ως στις μέρες μας, υπό την... τέταρτη γενιά της οικογένειας Παπαδημητρίου), γράφοντας παραμύθια σε εβδομαδιαία τεύχη.                       
«Και τότε, ξαφνικά, δημιούργησε τον καταπληκτικό ήρωα Γκαούρ, που θα συγκλόνιζε και θα συνάρπαζε τα Ελληνόπουλα για σχεδόν δυο δεκαετίες», γράφει ο Δημήτρης Χανός, συγγραφέας κι ερευνητής συναφών αναγνωσμάτων, προλογίζοντας το ημερολόγιο του 1999 των εκδόσεων «Αγκυρα», αφιερωμένο στο «Γκαούρ Ταρζάν».                         
Ο δικός μας                             
Όπως είναι προφανές, ο λεβέντης της παρέας ήταν ο «θρυλικός» συμπατριώτης μας Γκαούρ («Τιμή και περηφάνεια σου που γεννήθηκες Ελληνας», ένα από τα σλόγκαν του περιοδικού για τον ήρωα, που σαφώς είχε την εύνοια του δημιουργού του - εξ ου και τ' όνομά του πριν από εκείνο του «βασιλιά της ζούγκλας»), με τον Ταρζάν, παρακατιανό σε γενναιότητα και αισθήματα, να μπλέκονται σε ατέλειωτες περιπέτειες.                           
Σύντροφος του Γκαούρ η «πανώρια» Ταταμπού (συμπατριώτισσα κι αυτή, παρά το περίεργο όνομά της, όπως και του Γκαούρ - απ' το γκιαούρ άραγε; - άλλωστε) και του Ταρζάν η Τζέην (γνωστή από τον «αυθεντικό» Ταρζάν).                                
Από κοντά, οι αστείοι (σε εμφάνιση και συμπεριφορά) της παρέας: Ο Ποκοπίκο του Γκαούρ και η Χουχού του Ταρζάν, μαζί με άλλους καλούς και κακούς, θηρία και τέρατα, που «έπαιζαν» στις περιπέτειες.                                  
Είχαν δε γίνει τόσο δημοφιλείς στον παιδόκοσμο, ώστε είχαν δημιουργηθεί παρέες «γκαουρικών» και (λιγότερο) «ταρζανικών», που αλληλογραφούσαν από τις στήλες του περιοδικού, ενώ συνέλεγαν τα πορτρέτα τους που κυκλοφορούσαν οι δημιουργοί τους.                               
Σημαντικό ρόλο, ως εκ τούτου, έπαιζε η εικονογράφηση που είχαν αναλάβει αρκετοί σχεδιαστές, μεταξύ των οποίων και ο Μποστ.                             
Να θυμίσω ότι ο «αυθεντικός» Ταρζάν γεννήθηκε το 1912 από την πένα του Αμερικανού Εντγκαρ Λι Μπάροους (1875-1950), και έγινε παγκόσμια γνωστός με τη μεταφορά στον κινηματογράφο, με πιο αντιπροσωπευτικό ενσαρκωτή τον ολυμπιονίκη κολυμβητή Τζόνι Βαϊσμίλερ (1904-1984), που τον υποδύθηκε σε δώδεκα ταινίες με τεράστια εμπορική επιτυχία.                                 
Κι ας προσθέσω, κλείνοντας, ότι ο «Γκαούρ - Ταρζάν» υπήρξε η αφετηρία μιας φιλίας με εκ Θεσσαλονίκης πανεπιστημιακό, ο οποίος, όταν κατευόδωνα πριν τριάντα χρόνια τον Ρούτσο, σπούδαζε στην Αγγλία.                           
Διάβασε το σχετικό σημείωμα και, όντας αναγνώστης του περιοδικού, μου έγραψε, γνωριστήκαμε, και η φιλία αντέχει ως τις μέρες μας.                                 
Δημήτρης Γκιώνης

Δεν υπάρχουν σχόλια: