Ο ΦΟΝΙΚΟΣ ΣΕΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΙΕΡΙΣΣΟΥ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΑΡΘΡΟ ΤΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ‘’ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ’’
Χρήστος Καραστέργιος
26 Σεπτεμβρίου 2018!
26 Σεπτεμβρίου 1932!
86 χρόνια μετά την ολοκληρωτική καταστροφή της ιστορικής κωμόπολης της Χαλκιδικής, της παλιάς Ιερισσού. Για την τραγική αυτή επέτειο ανέσυρα από το πλούσιο αρχείο της ομάδας του ‘’Κυττάρου Ιερισσού’’ ένα άρθρο της εφημερίδας του «Ταχυδρόμου» που περιγράφει παραστατικά και με πλούσιες πληροφορίες τις τραγικές αυτές στιγμές 2 ημέρες μετά τον φονικό σεισμό.
Ο ‘’ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ’’ ΕΙΣ ΤΟΝ ΤΟΠΟΝ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ
Η ΑΦΑΝΤΑΣΤΟΣ ΤΡΑΓΩΔΙΑ ΤΗΣ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ
ΑΙ ΑΝΘΟΥΣΑΙ ΚΩΜΟΠΟΛΕΙΣ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΠΛΕΟΝ
ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΜΟΝΟΝ ΝΕΚΡΟΙ, ΤΡΑΥΜΑΤΙΑΙ, ΕΡΕΙΠΙΑ ΚΑΙ ΦΛΟΓΕΣ
Η ΕΚΘΕΣΙΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΩΝ. – ΤΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΤΩΝ ΝΕΚΡΩΝ
ΑΙ ΕΝΙΣΧΥΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ, ΤΩΝ ΙΔΙΩΤΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΞΕΝΩΝ
ΠΛΗΡΗΣ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΑΠΕΣΤΑΛΜΕΝΟΥ ΜΑΣ κ. Λ. ΔΙΑΦΩΝΙΔΟΥ
ΙΕΡΙΣΣΟΣ 28. – Ευρισκόμεθα εις τον τόπον της κολάσεως. Μπροστά μας εκτείνεται η εικών της φρίκης.
Φρίκης; Η λέξις δεν είνε ικανή διά να απεικονίση το μέγεθος της καταστροφής. Η εικών δεν περιγράφεται.
Η καταστροφή είνε πρωτοφανής εις την ιστορίαν της Ελλάδος. ΝΕΚΡΟΙ, ΤΡΑΥΜΑΤΙΑΙ, ΕΡΕΙΠΙΑ ΚΑΙ ΦΛΟΓΕΣ ΕΠΑΝΩ ΕΙΣ ΕΝΑ ΕΔΑΦΟΣ ΤΟ ΟΠΟΙΟΝ ΣΥΝΕΧΩΣ ΧΟΡΕΥΕΙ. Αυτό είδα εις την περιφέρειαν αυτήν. Αλλά πως έφθασα;
Δεν θα μακρηγορήσω επί των λεπτομερειών αρκεί να αναφέρω, ότι συνεπεία εντολής της Διευθύνσεως του ‘’Ταχυδρόμου’’ και κατόπιν μιας μικράς Οδυσσείας, χάριν εις την ευγενή μεσολάβησιν του κ. Λιμενάρχου Θεσ/νίκης ευρισκόμην επί της ‘’Περγάμου’’ όταν το σκάφος απέπλευσε την 3ην μ.μ. της προχθές δι΄ Ιερισσόν.
Επί του πολεμικού ευρίσκετο εκτός του κ. Υπουργού, ο Ανώτερος Διοικητής Χωροφυλακής κ . Κολοκοτρώνης, οι νεοεκλεγέντες βουλευταί Χαλκιδικής Λαϊκοί κ.κ. Βασιλικός και Κότσανος, ο Διευθυντής της Δημοσίας Υγείας κ. Παρασκευόπουλος, ο διευθυντής της Προνοίας κ. Κουτρουμπάς μετά υπαλλήλων της υπηρεσίας του, συνεργείον εκ στρατιωτικών ιατρών και έτερον του Προσφυγικού Νοσοκομείου υπό τον ιατρόν κ. Μισιρλόγλου, ο επιθεωρητής των Τ.Τ.Τ. κ. Φωτεινός μετά συνεργείου διά την προσωρινήν αντιμετώπισιν της τηλεφωνικής και τηλεγραφικής επικοινωνίας των σεισμοπλήκτων μερών, μια διμοιρία σκαπανέων, δύναμις χωροφυλακής και αρκετοί νοσοκόμοι μετά δύο αδελφών του ελέους, προς περίθαλψιν των τραυματιών.
Εις τα πρόσωπα όλων είνε ζωγραφισμένη έκδηλος κατήφεια διά την τραγικήν καταστροφήν και μεγάλη αγωνία, διά την κατάστασιν την οποίαν θα αντιμετωπίσωμεν εις τους θλιβερούς τόπους και θλιβεράς συμφοράς.
Η ‘’Πέργαμος’’ οργώνει την θάλασσαν, διασχίζει την αχανή υγράν έκτασιν μετά μεγάλης ταχύτητος, αναπτύσσει όλας αυτής τας δυνάμεις προς ταχύτερον πλουν, και όλοι οι επ΄ αυτής από του κυβερνήτου μέχρι του τελευταίου ναύτου καταβάλλουν απεγνωσμένας προσπαθείας να συντομεύσουν τον δρόμον των 150 μιλλίων διά να φθάσουν εις την μοιραίαν Ιερισσόν μίαν ώραν ενωρίτερον αι μεταφερόμεναι βοήθειαι.
Ο ΤΡΑΓΙΚΟΣ ΛΙΜΗΝ
Την 11 νυκτερινήν το τορπιλλοφόρον, ελαττώνει την ταχύτητα αυτού και κατά διαταγήν του κυβερνήτου γίνεται ανίχνευσις του λιμένος και του εδάφους διά των προβολέων του πλοίου.
Όλων μας τα βλέμματα ακολουθούν αγωνιωδώς την φωτεινήν γραμμήν του προβολέως, μέσα εις την οποίαν, εντείνοντες την όρασίν μας, όλοι μας, ανυπομονούμεν να αντιληφθούμε προ ποίας θλιβεράς εικόνος θα ευρεθώμεν.
Την αγρίαν σιωπήν της νύκτας, διακόπτουν τα σύντομα παραγγέλματα της κυβερνήσεως, και το ολόμαυρον περιβάλλον, τα φώτα του προβολέως.
Και αίφνης, βλέπομεν όλοι, μερικά ερείπια εις την παραλίαν. Διακρίνομεν διάφορα κτίρια κατεστραμμένα και ένα θαμπό φως εις την παραλίαν.
Η Ιερισσός, δεν εγνωρίζομεν ακόμη, ότι δεν ήτο δυνατόν να μας είναι ορατή, διότι ευρίσκετο εις αρκετήν απόστασιν από της παραλίας, όπισθεν του μικρού λιμένος της.
Ευρισκόμεθα εις μεγάλην απόστασιν από της ξηράς και δεν ακούομεν ούτε αντιλαμβανόμεθα τίποτε.
ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΞΗΡΑΝ
Μία λέμβος του πολεμικού ρίπτεται εις την θάλασσαν, κατέρχεται ο κ. Κουτρουμπάς διευθυντής της περιθάλψεως, τρεις υπάλληλοι της ιδίας υπηρεσίας και ο υποφαινόμενος, η λέμβος προχωρεί προς την Ιερισσόν.
Την ιδίαν στιγμήν ακούομεν να ταράζη την νυχτερινήν γαλήνην, ο ρυθμικός θόρυβος πλησιάζοντος μοτέρ, είνε ως εξακριβούται μετ΄ολίγον μία μεγάλη ατμάκατος ερχομένη από τον αντικρινόν λιμένα του Στρατονίου. Δι΄ αυτής διακπεραιούνται εις την ξηράν οι κ. ιατροί και τα ιατρικά συνεργεία.
Ήδη πλησιάζομεν προς την παραλίαν της Ιερισσού και οδηγούμενοι από το φως ανημμένης λυχνίας εις την ξηράν, αντιλαμβανόμεθα όμιλον ανθρώπων. Κάτω από το ασθενέστατο φως που τους φωτίζει, μας φαίνονται σαν φαντάσματα. Πλησιάζομεν και αποβιβαζόμεθα. Οι άνθρωποι της παραλίας μας περιτριγυρίζουν με μίαν θλιβεράν ικανοποίησιν.
-Σας περιμέναμε. Καλώς ήλθατε!
Ο κ. Κουτρουμπάς προχωρεί και αρχίζει πλέον η συνομιλία.
Φλεγόμεθα από ανυπομονησίαν να μάθωμεν.
Ερωτώμεν και από τας πρώτας απαντήσεις αντιλαμβανόμεθα αμέσως αν σε λίγο θα αντικρύσωμε κάτι το αφαντάστως τραγικόν, κάποια μεγάλη καταστροφή.
Σε λίγα λεπτά, στο ίδιο σκοτάδι μέσα, με περιτριγυρνούν και άλλοι που έρχονται από το χωριό, το οποίον ευρίσκεται εις απόστασιν ολίγων λεπτών.
Προσπαθούμε να τους παρηγορήσωμε, και αποτείνομεν νέας ερωτήσεις.
Εις μίαν στιγμήν που έπαυσαν αι ομιλίαι, κάποιοι μακρυνοί θρήνοι, κάποιοι λυπητεροί στεναγμοί μαζύ με απελπισμένες φωνές φθάνουν στ΄ αυτιά μας.
Ορκίζομαι ότι την ώραν εκείνην ενόμισα ότι τα θλιβερά ανεστενάγματα και οι κοπετοί ήρχοντο από τα έγκατα της γης. Ολόγυρά μας το αυτό απαίσιο σκοτάδι, το ίδιο άγριο περιβάλλον της νύκτας και της φρίκης.
Η ΚΟΛΑΣΙΣ ΤΟΥ ΔΑΝΤΕ
Αυθορμήτως προχωρώ και ανεβαίνω από την παραλίαν προς το ύψωμα. Κάποιος μου ψιθυρίζει ότι λίγο παραπέρα είναι το κατεστραμμένο χωριό.
Εξακολουθώ τον δρόμο του και αίφνης σταματώ. Τα πόδια μου δεν με βοηθούν. Με καταλαμβάνει ένας τρομερός φόβος- το ομολογώ- μιά απερίγραπτη φρίκη, από εκείνα που αντικρύζω, από εκείνα που ακούω.
Οι στεναγμοί φθάνουν ήδη ευκρινείς μέχρι εμού, δυνατώτεροι και απελπιστικώτεροι, διακρίνω εις μίαν απόστασιν 50 μέτρων ανθρώπους, κατά γης, κλαίοντας και βογγούντας. Αίφνης μία λάμψις απαισία όσον και τρομακτική, προερχομένη από φλόγας πυρκαϊάς ερειπίων, την οποίαν δεν ήτο δυνατόν να διακρίνω από την παραλίαν, φωτίζει το τραγικόν περιβάλλον.
Βλέπω ερείπια, παντού, ερείπια, άγρια, τρομακτικά. Αντιλαμβάνομαι πλέον ότι ευρίσκομαι εις την καταστραφείσαν Ιερισσόν. Το φως από ΤΑ ΚΑΙΟΜΕΝΑ ΕΡΕΙΠΙΑ εντείνεται δυναμώνει και μέσα εις την λάμψιν των τα καιόμενα χαλάσματα μου φαίνονται σαν ένας τεράστιος δαυλός, που φωτίζει την αγριωτέραν και απαισιωτέραν εικόνα μιας δαντικής κολάσεως ήν απηθανάτισε τόσον παραστατικά η φαντασία και ο κάλαμος του Δάντε.
Η ΕΚΤΑΣΙΣ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ
Προχωρώ ολονέν και διασταυρούμαι με τα πλήθη των ανδρών που κατέρχονται από την αντικρυνήν πλευράν του καταστραφέντος χωρίου. Έμαθαν ήδη την άφιξιν του πολεμικού και σπεύδουν προς την παραλίαν. Αι φωναί και η παρουσία των ημερώνουν κάπως την αγριότητα του τραγικού περιβάλλοντος.
Ένας εξ αυτών σταματά και με χαιρετά.
-Είμαι ο πρόεδρος της κοινότητος Γεώργιος Γκούτσος, μου λέγει.
Μετά την συμφοράν, φύγαμε γυμνοί, προσθέτει ο κ. πρόεδρος, και περάσαμε αντίκρυ γιατί φοβόμαστε να μείνουμε κοντά στα ερείπεια.
Ο κ. Γκούτσος μού κάμνει την χάριν να μείνη μαζύ μου δι΄ ολίγα λεπτά, ενώ οι άλλοι πηγαίνουν προς την παραλίαν:
-Ακούστε να σας πω, τέτοιο τρομερό πράγμα δεν είναι δυνατόν να σας το περιγράψω, πρωτάκουστη και πρωτοφανής καταστροφή, ανεξήγητο, ότι κι αν μάθεται, ότι κι αν δήτε, δεν μπορείται να σχηματίσετε ούτε την αμυδρότερη ιδέα για κείνα που είδαν τα έρμα μάτια μας.
Ένα παιδάκι, έρχεται από την πρόχειρη κατασκήνωσι των κατοίκων, με ένα μικρό φανάρι στα χέρια. Ο πρόεδρος το καλεί, και το παιδάκι μένει μαζύ μας, ‘’επί τέλους’’ λέγει, ‘’φως μέσα στο κατάμαυρο σκοτάδι’’.
Παρατηρώ, τον συνομιλητήν μου, και διαβάζω στην κουρασμένη φυσιογνωμία του, το μεγάλο μαρτύριο που υπέφερε ο άνθρωπος, τον τρομερό κίνδυνο που είδε και επέρασε στο μεγάλο δράμα που έλαβε χώραν προ τριάντα ωρών στην πολυπαθή Ιερισσό.
Η ΧΑΛΚΙΔΙΚΗ ΜΕΤΕΒΛΗΘΗ ΕΙΣ ΚΟΛΑΣΙΝ
ΠΩΣ ΣΥΝΕΤΕΛΕΣΘΗ Η ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ
ΤΑ ΘΥΜΑΤΑ ΑΝΕΡΧΟΝΤΑΙ ΕΙΣ ΕΚΑΤΟΝΤΑΔΑΣ ΝΕΚΡΟΥΣ-ΤΡΑΥΜΑΤΙΑΣ
ΑΜΥΔΡΑ ΕΙΚΩΝ ΤΗΣ ΣΥΜΦΟΡΑΣ
-‘’Ήταν εννέα και τέταρτο’’ αρχίζει ο κ. Γκούτσος, ‘’όταν μονομιάς εννοιώσαμε ότι γίνεται σεισμός. Την ίδια στιγμή ακούσαμε κρότους, φοβερούς, τρομακτικούς, και πριν ακόμα μπορέσουμε να αντιληφθούμε περί τίνος πρόκειται, βλέπομε το χωριό μας, τα σπήτια, τους ανθρώπους να κουνιούνται, να στριφογυρίζουν. Κρότοι, σαν βρονταί, όμοιοι με εκατομμύρια κανονιοβολισμών, εξέσπασαν, και την ιδίαν στιγμήν σύννεφα σκόνης πελώρια, μας ετύφλωσαν, μας έπνιξαν. Είναι αδύνατο να σας περιγράψω ό,τι επηκολούθησε. Ο κόσμος ήρχισε να τρέμη, να σείεται, να κρημνίζεται. Σπήτια, πέτρες, άνθρωποι, όλα άρχισαν να πέπτουν, να εκσφενδονίζωνται. Αι τρομακτικαί βρονταί, ο τρομερός κρότος των, και τα σύννεφα της σκόνης, κατέπνιγαν τους θρήνους και κοπετούς, τα κλάματα και τες φωνές των ανθρώπων.
Κλαυθμοί, οδυρμοί, σπαρακτικαί κραυγαί. Τα κτήρια καταρρέουν, άνθρωποι σκοτώνονται, αι πέτρες και οι τοίχοι κατεπλάκωσαν το σύμπαν, και κανείς δεν ξέρει πώς να προφυλαχθή από την κοσμοχαλασιάν αυτήν, από τον κατακλυσμόν αυτόν.
Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΕΝΕΔΡΕΥΕΙ
Αλλόφρονες από τον φόβον, άλλοι γυμνοί, σαν τρελλοί, κτυπημένοι, πληγωμένοι· όλοι μας ορμούμε προς τα ανοικτά. Φεύγουμε από τα σπήτια, τους μαχαλάδες, και τρέχουμε απελπισμένοι. Και τα σπήτια εξακολουθούν να κρημνίζονται, αι δοκοί να σκοτώνουν, οι ογκόλιθοι να θερίζουν όσοι βρεθούν στο διάβα τους:
Μητέρες με τα παιδιά στην αγκαλιά προσπαθούν να σωθούν και να σώσουν τα παιδάκια των. Μα ο θάνατος ενεδρεύει· οι κρημνηζόμενοι τοίχοι, αι πέτρες που κυλούν, το έδαφος που ανοίγει, τας ρίχνει πληγωμένες, σκοτωμένες, στο χώμα.
Και την αγωνία, τον τρόμο, την αυξάνει η σκοτεινή νύκτα, και τα άγρια ξεφωνητά, εκείνων που πέφτουν, που βλέπουν το θάνατο, που σκοτώνωνται.
Πώς να σας το παραστήσω; Πριν να καταλάβωμε πως ήλθε η συμφορά, η καταστροφή είχε συντελεσθή. Εκατοντάδες τραυματισμένων, με πληγάς που το αίμα έτρεχε σαν ποτάμι, πολλοί τρελλοί από τον φόβον και χωρίς ελπίδα να σωθούν, καταφθάσαμε να φύγουμε, να φύγουμε από το χωριό προς τον ύπαιθρον. Η θεομηνία είχε περάση, μα τα βάσανα εκείνων που οπωσδήποτε εσώθηκαν μόλις άρχιζαν.
ΑΙ ΟΙΜΩΓΑΙ ΤΩΝ ΘΥΜΑΤΩΝ
Πεθαμένοι από τον φόβο, κατατρομαγμένοι και με τραύματα, άλλοι σοβαρά άλλοι ελαφρώτερα, μόλις έπαυσε το κακό, εστρέψαμε το βλέμμα προς το χωριό μας, αντίκρυ μας δεν υπήρχαν παρά σωροί ερειπίων, μέσα από τα οποία ακούοντο αι σπαρακτκαί οιμωγαί εκείνων που έμειναν κάτω από τα χαλάσματα.
Πού και πού ακόυαμεν εκ νέου τας τρομεράς βροντάς, ήτανε ο αμείλικτος θόρυβος των σπιτιών και των τοίχων του έπεφταν τελειωτικά, συντρίμια και παρέσερναν ότι βρίσκονταν μπροστά των.
Αι φωναί και αι επικλήσεις δεν μας άφηναν να μένωμε θεαταί του δράματος που εβλέπαμε μπροστά μας, και όσοι μπορούσαν ώρμησαν προς τα ερείπια στα σκοτεινά, με χίλια βάσανα, με αδιάκοπο φόβο και τρόμον, οδηγούμενοι από τας επιθανατίους επικλήσεις και τας σπαρακτικάς κραυγάς, επροσπαθήσαμε να περισώσουμε όσους ήταν δυνατόν.
Αλλά του κάκου, οι όγκοι των λίθων τους είχαν σκεπάση, και ήτο αδύνατον να τους μετακινήσωμε.
Και έτσι, καταδικαστήκαμε να βλέπουμε να πεθαίνουν τα παιδιά μας, τα αδέλφια μας, οι πατέρες και μητέρες μας, χωρίς να μπορούμε να τους βοηθήσουμε να τους σώσωμε….’’ Ο πρόεδρος της Κοινότητος δεν ηδυνήθη πλέον να εξακολουθήση.
Τον έπνιγαν οι λυγμοί…
ΑΙ ΠΡΩΤΑΙ ΒΟΗΘΕΙΑΙ
Εν τω μεταξύ εις την παραλίαν εγένετο η διαλογή των τραυματιών, υπό των ιατρών των συνεργείων. Οι αναστεναγμοί και οι οδυρμοί των πληγωμένων, επερίσσευαν την αγωνίαν και την φρίκην της απαισίας νυκτός.
Οι ιατροί επιδένουν τα τραύματα των θυμάτων και δια των λέμβων του πολεμικού και άλλων ατμακάτων, μεταφέρονται οι βαρέως τραυματισμένοι εις το τορπιλλοφόρον, διότι εις την Ιερισσόν είνε αδύνατον να τους παρασχεθή και η στοιχειώδης περίθαλψις λόγω της καταστάσεως των.
Ο κ. Γεν. Διοικητής δίδει τας δεούσας διαταγάς, παρακολουθών εκ του σύνεγγυς τας πρασπαθείας των συνεργείων και των υπηρεσιών.
Οι ιατροί κ.κ.Παρασκευόπουλος Μισιρλόγλου, Βακιρτζής και άλλοι, βοηθούμενοι από τους νοσοκόμους, καθώς και ο βουλευτής Χαλκιδικής και ιατρός κ. Κότσανος, εξετάζουν, επιδένουν, παρηγορούν.
Η υπηρεσία περιθάλψεως διανέμει άρτους, διότι οι δυστυχείς κάτοικοι, λόγω της καταστροφής δεν έχουν ούτε ψωμί, ούτε τρὀφιμα.
Οι τραυματίαι μεταφέρονται εις την «Πέργαμον» όπου το πλήρωμα του πολεμικού τους τοποθετεί και τους περιθάλπει δια να λησμονήσουν έστω και εν ολίγω τα μαρτύρια τα οποία υπέστησαν.
Πίνακας
ΑΙ ΣΥΝΕΧΕΙΣ ΔΟΝΗΣΕΙΣ
Οι κάτοικοι Ιερισσού είνε τρομοκρατημένοι, όχι μόνον από την αφάνταστον καταστροφήν την οποίαν έπαθον, αλλά και διότι αι σεισμικαί δονήσεις επαναλαμβάνοντο διαρκώς, πότε ισχυραί και πότε ελαφρότεροι. Όπως εξ ιδίας αντιλήψεως γνωρίζω, αι φρικιαστικαί δονήσεις λαμβάνουν χώραν συχνότατα, συνοδεύονται δε και υπό ισχυρών κρότων ομοίων προς ηχηράς ομοβροντίας. Έκτός της διηνεκούς αγωνίας εις την οποίαν ευρίσκονται λόγω των αλλεπάλληλων δονήσεων,φοβούμενοι νεωτέρας καταστροφάς, τα δυστυχή ταύτα θύματα εκ της ανηκούστου συμφοράς στερούνται των πάντων, διότι άπασαι αι παρακαταθήκαι και τα τρόφιμα αυτών έχουν χαθή υπό τα ερείπια.
ΕΝΑΣ ΓΕΡΟΣ ΕΙΣ ΤΑ ΕΡΕΙΠΙΑ
Περί την 2αν πρωινήν επιχειρούμεν την συνοδεία του χωροφύλακος Ιερισσού Γεωργίου και του γραμματέως της Κοινότητος μακράν διαδρομήν, εις το καταστραφέν χωρίον, προχωρούντες «εις την είσοδον του χωρίου, συναντώμεν τον εκεί προϊστάμενον των Τ. Τ. Τ. κ. Εμ. Κοντέλην, καθήμενον παρά τινά στύλον των τηλεφώνων, εγκαταστήσαντα από της πρώτης στιγμής, μετά την καταστροφήν πρόχειρον τηλεφωνείον, είναι ο πρώτος αναγγείλας εις Θεσσαλονίκην και εκείθεν ανά το Πανελλήνιον την τρομεράν συμφωράν.
Αφανής ήρως, πιστός του καθήκοντος στρατιώτης, παρά τον μεγάλον κίνδυνον, εργάζεται δίπλα εις τα ερείπια, από τα οποία διεσώθη ως εκ θαύματος. Ματαίως καλεί την Θεσσαλονίκην. Προφανώς λόγω βλάβης δεν είναι δυνατόν να συνδεθή μετ΄ αυτής.
Προστίθεται μόνον, ότι την μεγαλειτέραν θραύσιν εις ανθρώπινα θύματα έπαθαν αι οικίαι εκείνων αίτινες ευρίσκοντο κάτωθι της μεγάλης του χωρίου Εκκλησίας. Αύτη ήτο κτισμένη παρά τα αρχαία τείχη, στηριζομένη επί κολοσιαίων ογκολίθων, οι οποίοι με την πτώσιν των κατέστρεψαν τας πλείστας οικίας, ισοπεδώσαντας κυριολεκτικώς αυτάς, σαν ένας τεράστιος οδοστρωτήρ.
Από την ακμάσασαν τόσον πολύ κατά την αρχαιότητα Ιερισσόν, από την πόλην ήτις διεσώθη από χιλιετηρίδων ετών, την Ιερισσόν όπου ο Ξέρξης εδέχθη τον φόρον υποτελείας των υπ΄ αυτόν βασιλέων, την Ιερισσόν με τα πανάρχαια κειμήλια και τα μεγαλοπρεπή τείχη, την Ιερισσόν την Παυλοκατηραμένην, δεν υφίσταντο πλέον, παρά τραγικά ερείπια τα οποία μετεβλήθησαν εις τάφους εκατοντάδος θυμάτων, ευρόντων τον τραγικώτερον των θανάτων.
Λ. ΔΙΑΦΩΝΙΔΗΣ
…………………………………………………………………………………………………………………………………………..
ΑΙ ΕΠΙΣΗΜΟΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΙ
Χθες ελήφθησαν εις την Γεν. Διοίκησιν τα ακόλουθα τηλεγραφήματα του Γεν. Διοικητού κ. Γονατά όστις ευρίσκεται εις την σεισμόπληκτον περιοχήν.
ΑΙ ΚΑΤΑΣΤΡΑΦΕΙΣΑΙ ΟΙΚΙΑΙ
Εκ συγκεντρωθεισών επί τόπω πληροφοριών και αυτοψίας διεπιστώθη πλήρης καταστροφή οικιών Ιερισσού, Νέων Ρόδων, Στρατωνίου, Γοματίου, Σταγείρων και κατάρρευσις και αχρηστοποίησις μεγάλου μέρους οικημάτων Στρατωνίκης, Βαρβάρας, Νεοχωρίου, Μ. Παναγιάς, και Παλαιοχωρίου. Επίσης σημαντικαί βλάβαι εις Αρναίαν και εν μέρει εις Πολύγυρον. Υπολογίζομεν απαιτηθησόμενα ξύλινα δωμάτια διά προσωρινήν στέγασιν 2400 αναλογούντα εις 9600 περίπου κυβικά μέτρα ξυλείας. Η απαιτηθησομένη δαπάνη με τρέχουσαν τιμήν ξυλείας μεταφορικών και εργατικών εις 27 εκατομμύρια τουλάχιστον.
Γενικός Διοικητής
ΓΟΝΑΤΑΣ
ΟΙ ΝΕΚΡΟΙ ΚΑΙ ΤΡΑΥΜΑΤΙΑΙ
Εξ επιτοπίου ερεύνης και συγκεντρωθεισών πληροφοριών έχομεν νεκρούς εκ σεισμών εις Ιερισσόν 76, Στρατώνιον 41, Νέα Ρόδα 8, Στρατωνίκην 7, Γομάτι 4, Στάγειρα 3, Μ. Παναγιά 1, και Παλαιοχώρι 1. Βαρέως τραυματίας εν συνόλω 52, εκ των οποίων διά του τορπιλλικού «Πέργαμος» διεκομίσθησαν εις Καβάλλαν καθό πλησιέστερον. Οι τραυματίαι ανερχόμενοι εις 351 νοσηλεύονται εις Ιερισσόν και Στρατώνι και παράρτημα ερυθρού Σταυρού εις Αρναίαν.
Γενικός Διοικητής
ΓΟΝΑΤΑΣ
Η ΕΚΘΕΣΙΣ ΤΟΥ κ. ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ
Ο αναχωρήσας μετά του Γεν. Διοικητού Ανώτερος Διοικητής Χωροφυλακής κ. Κολοκοτρώνης, απηύθυνε σήμερον την μεσημβρίαν την ακόλουθον τηλεγραφικήν αναφοράν προς το Υπουργείον των Εσωτερικών την Γεν. Διοίκησιν και το Αρχηγείον της Χωροφυλακής:
«Καθά μέχρι τούδε εξηκριβώθησαν:
Ιερισσόν κατέρρευσαν 650 οικίαι, νεκροί 76, τραυματίαι 115 εκ των οποίων 35 σοβαρώς, δεν ανευρέθησαν δε εισέτι 20.
Νέα Ρόδα 220 οικίαι καταρρεύσασαι, νεκροί 8, τραυματίαι 20 εξ ων δύο βαρέως.
Αμμουλιανήν 10 οικίαι κατέρρευσαν και 180 εβλάβησαν.
Ξηροπόταμος 8 οικίαι κατέρρευσαν και 70 εβλάβησαν.
Πύργον 15 οικίαι κατέρευσαν και 85 εβλάβησαν.
Επίσης υπέστη ζημίας το Μετόχι Κουμίτσης της Μονής Χιλιανδαρίου.
Στρατώνιον κατεστράφησαν 105 οικίαι και εγκαταστάσεις Μεταλλευτικής Εταιρείας, νεκροί 41, τραυματίαι 10(;) εξ ων 9 σοβαρώς.
Στρατωνίκην 400 οικίαι κατεστράφησαν και 120 κατέστησαν ακατοίκητοι, νεκροί 7 και τραυματίαι 15.
Στάγειρα 180 οικίαι κατέρευσαν, νεκροί 4 τραυματίαι 35 ων 3 βαρέως.
Βαρβάραν 200 οικίαι κατεστράφησαν και 15 εβλάβησαν ελαφρώς.
Ολυμπιάδα 6 οικίαι ημικατεστράφησαν και 15 εβλάβησαν ελαφρώς.
Αρναίαν 250 οικίαι κατέστησαν ακατοίκητοι και υπόλοιπαι εβλάβησαν ολιγώτερον, τραυματίαι 2 ελαφρώς.
Νέοχώριον 120 κατεστράφησαν.
Παλαιοχώριον 200 κατέστησαν ακατοίκητοι, νεκρός εις, τραυματίαι 2 σοβαρώς.
Στανόν 10 οικίαι κατέστησαν ακατοίκητοι.
Μεγάλην Παναγίαν 250 κατέστησαν ακατοίκητοι. Νεκρός εις, 5 τραυματίαι σοβαρώς και εις παράφρων.
Γομάτι 140 οικίαι κατέρρευσαν, νεκροί 4 τραυματίαι 20 εξ ων 10 σοβαρώς.
……………………………………………………………………………………………………………..
Περιοδεύων Ανωτ. Διοικητής
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ
ΔΕΝ ΚΑΤΕΠΟΝΤΙΣΘΗ Η ΑΜΜΟΥΛΙΑΝΗ
Η πληροφορία η μεταδοθείσα χθες ότι η Αμμουλιανή κατεποντίσθη εξ ολοκλήρου δεν είνε αληθής…….
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου