Θα πάμε πολλά χρόνια πίσω, μέσα από ένα παλιό άρθρο της εφημερίδας «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ», για να θυμηθούν οι παλαιότεροι, και να μάθουμε οι νεότεροι κάποιες λεπτομέρειες μιας άλλης Ελλάδας, που από τότε, κι ακόμα πιο παλιά έτρωγε τα παιδιά της.
Ο Κανιβαλισμός, υπήρχε από την αρχαιότητα.
Η δικαιολογία που οδηγούσε, και οδηγεί σε αυτόν, είναι διαφορετική.
Αλλάζει, όπως αλλάζουν και οι εποχές.
Καλή ανάγνωση.
«Η ΓΥΑΡΟΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑ ΤΗΣ ΧΟΥΝΤΑΣ
Εξορία πέντε αστέρων
Μετά τους Ρωμαίους, τους Βυζαντινούς και τους μεταπολεμικούς κυβερνήτες της Ελλάδας ήρθε η σειρά των δικτατόρων της 21ης Απριλίου να αξιοποιήσουν τη Γυάρο.
Μόνο που αυτοί ήθελαν απλώς να στείλουν σε διακοπές τους ανθέλληνες Έλληνες. Τουλάχιστον αυτό έλεγε τότε ο Τύπος και οι έγκριτοι δημοσιογράφοι του καθεστώτος.
Ήταν αρχές Μαΐου 1968.
Ένα χρόνο μετά το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου.
Μια χαρούμενη παρέα κυβερνητικών υπευθύνων, αξιωματικών της Αστυνομίας και δημοσιογράφων κάνει κρουαζιέρα στο Αιγαίο.
Επικεφαλής του κυβερνητικού κλιμακίου ο «αντιπρόεδρος» Παττακός.
Είναι όλοι τους καλεσμένοι του διευθυντή της διαφημιστικής εταιρείας ABC για να εγκαινιάσουν το τουριστικό συγκρότημα «Αφροδίτη» στη Μύκονο.
Αντιγράφουμε από το σχετικό ρεπορτάζ του Αστυνόμου Β’ Ιωάννου Ράικου:
«Με το πλοίο της γραμμής 'Απόλλων', στις 9 το πρωί της 7.5.1968 ξεκινάμε από τον Πειραιά για την Μύκονο.
Την συντροφιά μας τιμούν η κυρία και η δεσποινίς Παττακού, η σύζυγος του Γενικού Γραμματέως του Υπουργείου Εσωτερικών κυρία Κωτσέλη, ο Αρχηγός μας και η κυρία Σακελλαρίου, η σύζυγος του Υπαρχηγού μας κυρία Στρατή, ο Σμήναρχος (…), ο δημοσιογράφος κ. Σπ. Καρατζαφέρης, (…)».
Γραμμένο με την αφέλεια μαθητικής έκθεσης, το άρθρο μάς επιφυλάσσει μια μεγάλη έκπληξη.
«Έτσι με ξεχωριστό κέφι, συνεχίζουμε την πορεία μας.
Με την θάλασσα λίγο θυμωμένη περνούμε ανοικτά από το Σούνιο και σε λίγο από την Τζια.
Βλέπουμε αργότερα το γνωστό νησί την Γυάρο, εκεί που φιλοξενούνται ακόμη εκείνοι που δεν δέχονται να ζήσουν μεταξύ μας φιλόνομα». («Ξαφνικά φέτος το καλοκαίρι στη Μύκονο», Αστυνομικά Χρονικά, 1/6/1968, τ. 361, σελ. 554-558).
Ακολουθεί εκτενές ρεπορτάζ για τις «δύο αλησμόνητες μέρες» της παρέας στη Μύκονο.
Από το άρθρο ξεχωρίζει βέβαια αυτή η λιγόλογη αναφορά στη Γυάρο.
Σε μια περίοδο που επικρατούσε η αυστηρή προληπτική λογοκρισία, ο μόνος δημοσιογράφος που θα μπορούσε να θίξει το ζήτημα ήταν βέβαια αστυνομικός.
Με τρεις λέξεις, η πέννα του λόγιου Αστυνόμου Β’ έδωσε όλη τη διάσταση της χουντικής προπαγάνδας για το μαρτυρικό νησί.
Στη Γυάρο «φιλοξενούνται» (δηλαδή δεν είναι ούτε φυλακισμένοι, ούτε καν εξόριστοι), και μάλιστα «ακόμη» (δηλαδή προσωρινά), ενώ την ευθύνη φέρουν οι ίδιοι (που «δεν δέχονται» να ζήσουν μεταξύ μας «φιλόνομα»).
Οι καλές συνθήκες
Οι εφημερίδες της εποχής φιλοξενούν συχνές αναφορές για τη Γυάρο.
Είναι όμως εμφανές το άγχος της χουντικής προπαγάνδας να εμφανίσει αυτό το απάνθρωπο στρατόπεδο συγκέντρωσης περίπου ως τόπο αναψυχής.
Μια βδομάδα μετά το πραξικόπημα (29/4/67), οι εφημερίδες δημοσιεύουν πρωτοσέλιδα τις σχετικές δηλώσεις του αρμόδιου υπουργού Εσωτερικών Στυλιανού Παττακού:
«Από της 21ης Απριλίου συνελήφθησαν συνολικώς 6.509 άτομα, εκ των οποίων απελύθησαν 1.328 και ήδη παραμένουν κρατούμενα 5.181 άτομα.
Εξ αυτών ευρίσκονται ήδη εις Γυάρον 724 άτομα και χθες μετεκινήθησαν προς αυτήν έτερα 1.810, ήτοι συνολικώς εις Γυάρον θα ευρίσκωνται 2.534 άτομα.
Ο κ. υπουργός προσέθεσεν ότι εις Γυάρον δύνανται να μετακινούνται ημερησίως περί τα 1.500 άτομα και συνολικώς μέχρις 7.000 ατόμων.
Είπεν επίσης ο κ. Παττακός, ότι η κατάστασις των μεταφερθέντων και διαβιούντων ήδη εις Γυάρον, ως αναφέρεται υπό του αντιστρατήγου Χωροφυλακής κ. Ανδρικοπούλου, ο οποίος μετέβη δι’ ελικοπτέρου εις την νήσον, είναι εξαιρετικά καλή και συνεχίζεται η συμπλήρωσις των εγκαταστάσεων διά την ανετωτέραν διαβίωσίν των».
Αυτές οι «εγκαταστάσεις» δεν είναι άλλες από τις άθλιες φυλακές που είχαν χτίσει οι ίδιοι οι πολιτικοί κρατούμενοι την περίοδο του εμφυλίου και έπαψαν να χρησιμοποιούνται λίγο πριν από τις εκλογές του Νοεμβρίου 1952, επειδή σύμφωνα με τα λόγια του τότε υπουργού Δικαιοσύνης Δημητρίου Παπασπύρου, «στα Γιούρα την 1/11/1951 εκρατούντο 5.426 κατάδικοι, υπό σκηνάς, κατά τρόπον δυσφημούντα την χώραν μας έναντι του πολιτισμένου κόσμου».
Η χούντα δεν διέθετε βέβαια παρόμοιες ευαισθησίες.
«Αι συνθήκαι διαβιώσεως των κρατουμένων Γυάρου είναι καλαί και βελτιούνται συνεχώς», δήλωσε ο Παττακός στις 9/5/67, ύστερα από επίσκεψη στο νησί με τη συνοδεία του υπουργού Δημόσιας Τάξης Τοτόμη.
Αυτός ξεκαθάρισε ότι «δέματα και άλλα είδη από τους συγγενείς δεν γίνονται δεκτά, δεδομένου ότι οι κρατούμενοι δεν έχουν ανάγκην τοιούτων».
Και τι ανάγκη να έχουν; Οπως μαθαίνουμε από τις εφημερίδες της 11ης/5/67, το συσσίτιο των κρατουμένων έχει ως εξής:
ΔΕΥΤΕΡΑ: Φασόλια σούπα
ΤΡΙΤΗ: Κιμάς κατεψυγμένος
ΤΕΤΑΡΤΗ: Ρύζι σούπα
ΠΕΜΠΤΗ: Φασολάκια κονσέρβα
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ: Φακές σούπα
ΣΑΒΒΑΤΟ: Μπάμιες κονσέρβα
ΚΥΡΙΑΚΗ: Κρέας βραστό
«Το πρωινόν ρόφημα, αποτελούμενον εκ τεΐου, ενισχύεται ενίοτε εκ γάλακτος εβαπορέ ή συμπεπυκνωμένου, το δε γεύμα ή το δείπνον διά φρούτου, χυμών ή μαρμελάδας».
Η «πεμπτουσία του κομμουνισμού»
Το μπλέξιμο με τους αριθμούς των μεταφερόμενων στη Γυάρο είναι χαρακτηριστικό. Σε επίμονες ερωτήσεις των ξένων ανταποκριτών, ο Παπαδόπουλος απέφευγε να αναφέρει σαφή αριθμό φυλακισμένων και εκτοπισμένων.
«Δεν έχω λογιστήν διά να παρακολουθεί τας προσθαφαιρέσεις των κρατουμένων» (10/4/70).
Σκοπός της χούντας ήταν να εμφανίσει μειωμένο το συνολικό αριθμό των εκτοπισμένων, προκειμένου να καθησυχάσει τη διεθνή κοινή γνώμη, αλλά ταυτόχρονα έπρεπε να στέλνει και το τρομοκρατικό της μήνυμα προς το εσωτερικό.
Ο Παττακός αναφέρει 20 μέρες μετά το πραξικόπημα ότι μεταφέρθηκαν 6.138 άτομα στη Γυάρο.
Οι αναφορές του Τύπου είναι βέβαια όλες θετικές.
Ως είδηση αναφέρεται μόνο η απόλυση κρατουμένων και όχι η μεταφορά τους στο νησί:
«Απολύονται οι υπερήλικες και οι ανάπηροι» (11/5/67),
«Απολύονται 200 κρατούμενοι της Γυάρου» (16/5/67),
«Απελύθησαν 250 περίπου κρατούμενοι της Γυάρου» (17/5/67),
«Χιλιάδες εκ των κρατουμένων θ’ απολυθούν από την Γυάρον» (23/5/67), «Επανήλθον 270 απολυθέντες από την Γυάρον» (25/5/67), «Θα απολυθούν αύριον 600 ακόμη κρατούμενοι, ενώ έχουν ήδη αφεθεί ελεύθεροι 1.260 συνολικώς» (5/6/67), «800 ακόμη ήλθον εις τον Πειραιά. 3.300 κρατούμενοι της Γυάρου έχουν απολυθή μέχρι στιγμής» (19/6/67).
Λίγο πριν από τη συμπλήρωση ενός χρόνου από το πραξικόπημα ο Παπαδόπουλος εξηγεί για ποιο λόγο δεν πρόκειται οι εκτοπισμένοι της Γυάρου να περιληφθούν στην αμνηστία που είχε υποσχεθεί τα Χριστούγεννα:
«Είπον σαφώς τότε, ότι η Κυβέρνησις απεφάσισε να αμνηστεύση.
Δεν ξεύρω ποίοι από σας είσθε νομικοί, εγώ δεν είμαι. Εν πάση περιπτώσει, οι νομικοί, οι οποίοι πάντως είναι απαραίτητοι, λέγουν ότι αμνηστεύεται αδίκημα ή παύει η ποινική δίωξις επί αδικήματος δια το οποίον εκκρεμεί δίκη.
Εγώ, λοιπόν, εξήγγειλα αμνηστίαν - και η αμνηστία ανεφέρετο επί ωρισμένων κατηγοριών εγκληματιών.
Αφέθησαν όντως όσοι ημνηστεύθησαν διά τα αδικήματά των ελεύθεροι.
Οι περί ων αναφέρεσθε, οι οποίοι αποτελούν και την πεμπτουσίαν του κομμουνισμού, δεν είναι σήμερον κατάδικοι ή υπόδικοι.
Είναι βάσει νόμου του κράτους υπό περιορισμόν της ελευθερίας των διοικητικόν, περιορισμόν καλυπτόμενον υπό αποφάσεως αρμοδίας κατά νόμον Δικαστικής Επιτροπής.
Εξ αυτών έχουν παραμείνει υπό περιορισμόν όσοι δεν δέχονται να δηλώσουν, ότι δεν πρόκειται να λάβουν τα όπλα κατά της πατρίδος» (1/3/68).
Ο δικτάτορας περιγράφει την πολιτική του για τους κρατούμενους στα στρατόπεδα συγκέντρωσης:
«Θα καταβάλω βεβαίως προσπαθείας, εφ’ όσον δεν αλλάξουν μυαλό, να βελτιώσω όσον το δυνατόν τας συνθήκας διαβιώσεώς των, π.χ. να μένουν σε μικροτέρους θαλάμους - τρέφονται καλά ευτυχώς, τον ιατρόν τους τον έχουν και όλα τα άλλα καλά τα έχουν.
Την ζωήν τους θα προσπαθήσω να την καταστήσω όσον το δυνατόν ανετωτέραν, διότι και εγώ είμαι άνθρωπος.
Αλλά δεν θα τους αφήσω να γίνουν θηρία κάτω από τα κομμουνιστικά κελεύσματα, διότι αν γίνουν θηρία και απολυθούν από το κλουβί, θα υποχρεωθώ να τους τουφεκίζω, όπως τουφεκίζει η αστυνομία το λιοντάρι που φεύγει από το κλουβί του ζωολογικού κήπου και απειλεί την ζωήν των πολιτών».
Κρατούμενοι ή παραθεριστές;
Το μεγαλύτερο επιχείρημα της χούντας για τις ιδεώδεις συνθήκες διαβίωσης στη Γυάρο ήταν βέβαια η μαρτυρία των «ικανοποιημένων» ή και «ενθουσιασμένων» κρατουμένων.
Από τις πρώτες μέρες του πραξικοπήματος αρχίζουν να δημοσιεύονται στον Τύπο πανομοιότυπες ευχαριστήριες δηλώσεις απολυομένων της Γυάρου.
Απευθύνονται όλες στον Παττακό.
Αντιγράφουμε δύο στην τύχη.
Η πρώτη είναι από την Παραμυθιά της Θεσπρωτίας: «Αφιχθείς εκ Γυάρου εκφράζω υμετέραν εξοχότητα θερμάς ευχαριστίας δι’ εξαίρετον μεταχείρισιν και αρίστην διαβίωσιν.
Τα περί του αντιθέτου είναι συκοφαντίαι των εχθρών της Πατρίδος.
Διαβεβαιώ υμάς ότι θα εργασθώ αόκνως υπέρ ευοδώσεως έργου Εθνικής μας Κυβερνήσεως» (5/6/67).
Η δεύτερη δήλωση προέρχεται από την Πάτρα:
«Αφιχθείς εκ Γυάρου εκφράζω υμετέραν εξοχότητα θερμάς ευχαριστίας δι’ εξαίρετον μεταχείρισιν και αρίστην διαβίωσιν.
Τα περί του αντιθέτου είναι όλα συκοφαντίαι των εχθρών της Πατρίδος μας. Διαβεβαιώ υμάς ότι θα εργασθώ αόκνως υπέρ ευοδώσεως έργου Εθνικής μας Κυβερνήσεως» (9/6/67)
Αυτές οι τυποποιημένες «αυθόρμητες δηλώσεις» επιτρέπουν στον Παττακό να φτάνει στα όρια της υπερβολής:
«Οι εκτοπισθέντες», δηλώνει στις 6/6/67 προς τους ξένους δημοσιογράφους, «διερωτώνται διά ποίον λόγον τους φέρονται τόσον καλά και οι εξ αυτών 'σκληροί’ ανησυχούν και διαμαρτύρονται διότι πάντα ταύτα άγουν πολλούς συντρόφους των εις το να τάσσωνται με την πλευράν των νομιμοφρόνων Ελλήνων, αποσπώμενοι από την γραμμήν του κόμματός των».
Από κοντά και ο Τοτόμης, ο οποίος περιγράφει ως «αρτία» τη λειτουργία του στρατοπέδου:
«Οι κρατούμενοι, εκτός της καλής διαβιώσεώς των από πλευράς φαγητού και ύπνου, δύναται, επίσης, να λαμβάνουν θαλάσσια λουτρά κατ’ επιθυμίαν των».
Εκεί που οι εκπρόσωποι της χούντας αρχίζουν να τα μασάνε είναι όταν οι ξένοι ανταποκριτές ζητούν να επισκεφτούν αυτά τα σύγχρονα κέντρα εθνικής λουτροθεραπείας και να διαπιστώσουν ιδίοις όμμασι το θαύμα.
Ο Παττακός τους εξηγεί για ποιο λόγο αυτό αποκλείεται: «Οι κρατούμενοι κομμουνισταί, δρώντες πάντοτε εναντίον της Ελλάδος, αναμένουν την επίσκεψίν σας διά να συκοφαντήσουν την χώραν των, μέσω υμών, εις το εξωτερικόν.
Θα σας επιτρέψωμεν να τους επισκεφθείτε όταν παύσουν να περιμένουν βοήθειαν από τους ξένους και μάθουν να πιστεύουν εις την Ελλάδα και να σκέπτωνται ως Ελληνες» (6/6/67).
Αυτή η επίσκεψη δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ.
Θα μείνουν, λοιπόν, να μας ενημερώνουν για την κατάσταση στη Γυάρο οι επίσημες ανακοινώσεις των χουντικών και οι διατεταγμένες δηλώσεις μετάνοιας των απολυομένων.
Αρκετούς μήνες αργότερα, ένα μικρό αεροπλάνο ναυλωμένο από το γερμανικό περιοδικό «Στερν» θα καταφέρει να φωτογραφίσει τη φρίκη από ψηλά.
Το ίδιο εγχείρημα θα επαναλάβει λίγο αργότερα και το γαλλικό «Παρί Ματς». Εστω και από αυτές τις αεροφωτογραφίες η ευρωπαϊκή κοινή γνώμη θα αντιληφθεί την πραγματικότητα.
Οι δύο συνεντεύξεις
Βέβαια υπάρχει και μια εξαίρεση στη γενική απαγόρευση επίσκεψης του κάτεργου από εκπροσώπους του Τύπου.
Οι πόρτες της Γυάρου ήταν ανοιχτές στην εφημερίδα «4η Αυγούστου» του γνωστού φιρερίσκου της ομώνυμης φασιστικής οργάνωσης Κώστα Πλεύρη.
Ο πανίσχυρος γ.γ. του υπουργείου Δημόσιας Τάξης συνταγματάρχης Ιωάννης Λαδάς δεν εμπιστευόταν σε θέματα προπαγάνδας παρά μόνο τον κουμπάρο του τον Πλεύρη, τον οποίο είχε διορίσει και διευθυντή στο ιδιαίτερο γραφείο του.
Τα αποτελέσματα αυτού του «αποκλειστικού ρεπορτάζ» των ανθρώπων του Πλεύρη από τη Γυάρο δημοσιεύουμε σε διπλανή στήλη.
Εκεί, όμως, που η προπαγάνδα της χούντας αποδεικνύει την εφευρετικότητά της, είναι η προβολή των συνεντεύξεων δύο «μετανιωμένων» εκτοπισθέντων δημοσιογράφων, οι οποίοι μετά από ολιγοήμερη παραμονή στη Γυάρο εμφανίζονται στους ξένους ανταποκριτές για να εκθειάσουν τις «άριστες συνθήκες».
Ο πρώτος παρουσιάστηκε στις 29/7/67 και οι δύο μαζί στις 12/10/67.
«Αι συνθήκαι διαβιώσεως ήσαν πολύ καλές», λέει ο πρώτος.
«Ορισμένες δυσκολίες υπήρξαν μόνον τις πρώτες ημέρες (…)
Επρεπε να υπογράψει ο κρατούμενος δήλωση ότι θα διάγη εις το μέλλον νομοταγώς. Εγώ τη δήλωση την υπέγραψα περίπου ένα μήνα μετά την μεταγωγήν μου εις την Γυάρο. (…)
Προσωπικώς δεν νιώθω καμιά δέσμευσιν ηθικήν.
Διότι δι’ εμέ η δήλωσις ήτο ειλικρινής και ήτο επιθυμία μου εις το μέλλον να διακόψω κάθε σχέσιν με τους κομμουνιστάς. (…)
Από το τρίμηνον διάστημα της διακυβερνήσεως της χώρας υπό της Εθνικής Κυβερνήσεως έχω σχηματίσει την γνώμην ότι πλείσται πράξεις της είναι θετικαί».
«Εις την Γυάρον μας εφέρθησαν με πολύν ανθρωπισμόν», συμπληρώνει ο δεύτερος. «Εγώ παρέμεινα 70 ημέρας, δηλαδή από της πρώτης ημέρας της Επαναστάσεως που συνελήφθην μέχρι της 29 Ιουνίου.
Εις όλο αυτό το διάστημα η συμπεριφορά του κράτους απέναντί μας ήτο άψογος. Από την πρώτην στιγμήν μας εδηλώθη κατηγορηματικώς εκ μέρους του εκπροσώπου της κυβερνήσεως, δηλαδή του στρατοπεδάρχου, ότι η κυβέρνησις θα καταβάλη πάσαν προσπάθειαν, ώστε κατά το διάστημα της παραμονής εκεί να εύρωμεν όλον τον ανθρωπισμόν.
Ουδεμία πίεσις ησκήθη εις βάρος μας δια την υπογραφήν οιασδήποτε δηλώσεως.
Εις ουδεμίαν καταναγκαστικήν εργασίαν μας υπέβαλλον.
Απεναντίας, όλα τα έργα της φρουράς τα εκτελούσαν οι ίδιοι οι άνδρες της φρουράς, χωρίς να υποχρεώνουν κανένα να τους βοηθήση.
Και το συσσίτιον το οποίο μας παρείχετο ήτο πάρα πολύ καλόν και άφθονον». (…)
«Η μεταχείρισίς μου τόσον εις το Τμήμα που ωδηγήθην όσον και εις την νήσον Γυάρον ήτο, μπορώ να είπω, παρά πάνω από ανθρώπινη.
Δεν μας έλειψε, παρ’ όλες τις δυσκολίες που αντιμετώπισεν η Εθνική Επανάστασις, ούτε το φαγητό ούτε κάθε είδους περίθαλψις ιατροφαρμακευτική η οποία θα μπορούσε να προσφερθή και ούτε οι βοήθειες εις όλους ημάς εκείνες διά να μπορέσουμε να επιβιώσωμεν όσον το δυνατόν καλύτερα (…)
Εις την Γυάρον παρέμεινα περί τας 15 ημέρας».
Οι δύο αυτές συνεντεύξεις περιλαμβάνονται και στο επίσημο προπαγανδιστικό δελτίο που εξέδωσε το υπουργείο Προεδρίας της χούντας τον Μάρτιο του 1968 («Πριν και μετά την Επανάστασιν», σελ. 51-52).
Αλλά τόσο πρόθυμοι μετανοημένοι σπάνιζαν.
Ακριβώς, λοιπόν, τις ίδιες συνεντεύξεις περιλαμβάνει πέντε χρόνια αρχγότερα και στο δικό του βιβλίο το πρωτοπαλίκαρο της ΕΚΟΦ Θεόφιλος (Λάκης) Ιωαννίδης («Το κίνημα της ελληνικής νεολαίας», Θεσσαλονίκη 1973).
Ο τότε υμνητής της χούντας και ήδη στενός συνεργάτης του δημάρχου της Θεσσαλονίκης Βασίλη Παπαγεωργόπουλου έχει αντιγράψει αυτούσιο πολυσέλιδο απόσπασμα από το ίδιο προπαγανδιστικό δελτίο (σελ. 399-417), χωρίς να αναφέρει ότι το κείμενο δεν είναι δικό του, αλλά της «υπηρεσίας».
Φαίνεται ότι μεταξύ χουντικών προπαγανδιστών η λογοκλοπή επιτρέπεται. Οσο για το ποιόν των δύο μετανιωμένων μαρτυρά ο άμεσος διορισμός του πρώτου ως «ειδικού συμβούλου» στο υπουργείο Προεδρίας, το οποίο τότε κατείχε ο ίδιος ο Παπαδόπουλος.
Το ερώτημα είναι πόσο έπειθαν τους ξένους ανταποκριτές αυτές οι εμφανώς στημένες συνεντεύξεις.
Δυστυχώς ακόμα και ορισμένοι που θεωρούνται σοβαροί δημοσιογράφοι, δεν δίστασαν να ταυτιστούν με την προπαγάνδα της χούντας.
Χαρακτηριστική περίπτωση ο γνωστός Νίκολας Γκέιτζ, ρεπόρτερ τότε της Νιου Γιορκ Τάιμς, ο οποίος στο βιβλίο που έβγαλε επί χούντας ("Portrait of Greece", New York Times, 1971) περιγράφει την Ελλάδα ως «παράδεισο για τους ξένους» (σελ. 243), ενώ ειρωνεύεται τους Σκανδιναβούς που «γίνονται έξαλλοι για τα βασανιστήρια στην κοιτίδα της δημοκρατίας, ενώ πολλοί Ελληνες δεν ενοχλούνται» (σελ. 105). Οσο για την αντιμετώπιση των φυλακισμένων και των εκτοπισμένων καταφεύγει στη γνώμη ενός Ελληνα εφοπλιστή του Λονδίνου, ο οποίος τον βεβαιώνει ότι «τους φέρονται σαν να βρίσκονται σε ξενοδοχείο πολυτελείας» (σελ. 105).
Ειρωνεία της τύχης.
Η Γυάρος, αυτός ο τόπος «παραθερισμού» κατά τους δικτάτορες και τους προπαγανδιστές τους, ήταν το μοναδικό νησί (μαζί με το άλλο κολαστήριο της Μακρονήσου) που δεν θα αξιοποιηθεί τουριστικά, τόσες δεκαετίες μετά την τελευταία χρήση του.
Ενας μετά τον άλλο, όλοι οι παλιοί τόποι εκτόπισης και εξορίας μετατράπηκαν σε ιδανικούς τόπους παραθερισμού.
Ποιος θυμάται σήμερα την Ικαρία, τη Λέρο, την Κίμωλο, τη Φολέγανδρο σαν τόπους εξορίας;
Ομως η Γυάρος στοίχειωσε.
Η μοναδική «αξιοποίηση» που φάνηκε να της ταιριάζει είναι η μετατροπή της σε πεδίο βολής για το Πολεμικό Ναυτικό.
Μόλις πριν από λίγα χρόνια, και μετά από διαμαρτυρίες και αιτήματα των επιζώντων μαρτύρων-φυλακισμένων της Γυάρου, αποφασίστηκε να κηρυχτεί το νησί σε τόπο μνήμης και να αναδειχτεί σε επισκέψιμο μνημείο της σύγχρονης πολιτικής βαρβαρότητας.
Ηταν καιρός. Για να θαφτούν μια και καλή οι προπαγανδιστικοί μύθοι των Απριλιανών δικτατόρων.
(Ελευθεροτυπία, 25/4/2004)»
Αυτό το άρθρο αφιερώνεται σε εκείνους που πιστεψαν, αγωνιστήκαν, και προδόθηκαν από όλους τους αγωνιστές του σήμερα, που ταμπουρωμένοι πίσω από γραφεία, και ιδιότητες, ΞΕΧΑΣΑΝ.