Ο πεταλωτής ήταν ο τεχνίτης ο ειδικός στην προσαρμογή των πετάλων στις οπλές των αλόγων και άλλων υποζυγίων.
Συνώνυμες λέξεις: καλιγωτής, αλμπάνης (παλιότερη σημασία).
Η λέξη παράγεται από το ρήμα πεταλώνω.
Στη σύγχρονη γλώσσα το ρήμα χρησιμοποιείται επίσης στη φράση ψύλλο πεταλώνει, που χαρακτηρίζει πανέξυπνο και επιτήδειο άνθρωπο.
Παρόμοια και η φράση ψύλλο καλιγώνει.
Λέξεις της ίδιας οικογένειας: πεταλουργός (= ο τεχνίτης που κατασκευάζει πέταλα για τις οπλές των αλόγων κτλ.), πεταλουργείο ή πεταλωτήριο (= το εργαστήριο του πεταλουργού). Θέμα της εβδομάδας: Επαγγέλματα που χάνονται
Δείτε όλο το αρχείο λέξεων αλλά και άλλα ενδιαφέροντα θέματα στη διεύθυνση http://www.asprilexi.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου