Το παλτό είναι πανωφόρι από μάλλινο ή άλλο ύφασμα, μπορεί να είναι σχετικά κοντό (λέγεται τότε ημίπαλτο) ή μακρύ και να κλείνει με κουμπιά ή/και ζώνη.
Σύμφωνα με το Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής η λέξη προήλθε στα ελληνικά από την ιταλική palto, που με τη σειρά της προήλθε από τη γαλλική paletot.
Στα μεσαιωνικά αγγλικά απαντάται ο τύπος paltoke, με την έννοια «κοντό πανωφόρι, είδος ζακέτας».
Παράγωγο της λέξης παλτό είναι η παλτουδιά, που χρησιμοποιείται κυρίως στον καθημερινό προφορικό λόγο:
Για δες παλτουδιά που κονόμησα!
Η λέξη μαντό σε ορισμένα συμφραζόμενα μπορεί να είναι συνώνυμη με το παλτό.
Προέρχεται από τη γαλλική manteau και σημαίνει «ελαφρύ γυναικείο πανωφόρι», συνήθως ως επίσημο ρούχο.
Παλαιότερα χρησιμοποιούνταν, με παρόμοια σημασία, και η λέξη παρντεσού, που προέρχεται από τη γαλλική pardessus (= πανωφόρι).
Θέμα της εβδομάδας: Ρούχα του Χειμώνα
Δείτε όλο το αρχείο λέξεων αλλά και άλλα ενδιαφέροντα θέματα στη διεύθυνση http://www.asprilexi.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου