Είναι γεγονός ότι οι τουρκικοί μηχανισμοί και οι υποστηρικτές τους σε όλον τον κόσμο εφευρίσκουν διάφορα σενάρια προκειμένου να δικαιολογήσουν τις μαζικές εκτοπίσεις και τελικώς τις μαζικές δολοφονίες ενάντια στους Έλληνες.
Ένα πρώτο «επιχείρημα» που συνδέεται και με στοιχεία που αναιρούν την ιστορία χιλιάδων ετών, υποστηρίζει ότι «οι Έλληνες ουδέποτε εγκαταστάθηκαν στη Μικρά Ασία, παρά μόνο περιστασιακά ….
Ουδέποτε θεωρήθηκαν τα διεκδικούμενα σήμερα από αυτούς εδάφη ως τμήμα της φυλετικής τους κοιτίδας…».
Υποστηρίζεται ότι μόλις ξέσπασε ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος, πολλοί Έλληνες λιποτάκτησαν από τον οθωμανικό στρατό και έδρασαν ως αντάρτες πίσω από τις οθωμανικές γραμμές. Αντιμέτωπος μ' αυτή την κατάσταση, ο οθωμανικός στρατός προχώρησε σε σποραδικές εκτοπίσεις τους ελληνικούς πληθυσμούς και οδήγησε σε μία σειρά από σχετικά, όπως τονίζεται μικρής έκτασης σφαγές.
Επίσης, οι Τούρκοι προσπαθούν να αλλοιώσουν τον αριθμό των Ελλήνων που ζούσαν στο οθωμανικό κράτος και από Τούρκους συγγραφείς υπερτονίζεται η πληθυσμιακή υπεροχή των Οθωμανών.
Ακόμη από την τουρκική πλευρά τονίζεται ότι τα επίσημα αρχεία της οθωμανικής κυβέρνησης, δεν περιέχουν κανένα έγγραφο που να αποδεικνύει κυβερνητική εμπλοκή στους φόνους.
Όμως είναι γεγονός ότι από τα οθωμανικά αρχεία, ακόμη και με τον τρόπο που κυκλοφόρησαν, και κυρίως πολλές βρετανικές, γαλλικές και αμερικάνικες εκδόσεις και κυρίως γερμανικές πηγές της εποχής κάνουν λόγο για κυβερνητική εμπλοκή στη εκτόπιση «Ελλήνων, εξ ων ολίγοι επέζησαν».
Οι μέθοδοι που εφαρμόστηκαν για την εξόντωση ήταν περίπου οι ίδιες παντού, ζήτημα που συνιστά ένα ισχυρό επιχείρημα υπέρ της ύπαρξης οργανωμένου σχεδίου.
Επίσης ένα ζήτημα που προκύπτει είναι εκτός από το οικονομικό μποϊκοτάζ των ελληνικών επιχειρήσεων, μέτρο που ακολουθήθηκε πιστά κατά τη διάρκεια του Εβραϊκού ολοκαυτώματος, η αρπαγή των ελληνικών περιουσιών από τα θύματα της γενοκτονίας, περιουσίες που αποτέλεσαν τη βάση για τη δημιουργία της τουρκικής εθνικής οικονομίας και της τουρκικής αστικής τάξης.
Είναι πλέον αναμφισβήτητο γεγονός ότι η οικειοποίηση των περιουσιακών στοιχείων των Ελλήνων (και Αρμενίων) σε διάφορες χρονικές φάσεις του 20ου αιώνα οδήγησε την οθωμανική- τουρκική οικονομία σε άνοδο.
'Oλες οι κυβερνήσεις της Τουρκίας, αρνήθηκαν τη σχετική με τη γενοκτονία κατηγορία.
Στους διεθνείς οργανισμούς και στη διάρκεια επιστημονικών συναντήσεων, η Τουρκία δεν έπαψε να αναπτύσσει συντονισμένες προσπάθειες για να εμποδίσει κάθε αναγνώριση της γενοκτονίας, και κάθε έρευνα πάνω στα περιστατικά αυτής της γενοκτονίας
Αυτά τα μέσα που αναπτύσσει για τη διάψευση της ιστορικής αλήθειας και για την εξυπηρέτηση της παραπληροφόρησης, η Τουρκία μπορεί σίγουρα να τα εντείνει στο μέλλον: στο εσωτερικό να συσπειρώσει το εθνικό συναίσθημα γύρω από γεγονότα, όπως τα μνημόσυνα των θυμάτων της Τουρκίας κατά την περίοδο 1915-1922, ή ημέρες μνήμης και τιμής ορισμένων υπευθύνων της γενοκτονίας, μεταξύ των οποίων οι Μουσταφά Κεμάλ, ο Ταλαάτ και ο Ενβέρ, ο Τοπάλ Οσμάν, ενώ στο εξωτερικό με τη δημιουργία «ινστιτούτων» και άλλων «κέντρων τουρκικών μελετών».
Είναι ξεκάθαρο πλέον ότι η Τουρκία εκτός από την άρνηση τέλεσης του εγκλήματος, έχει επιδοθεί σε συστηματική προσπάθεια για να εξηγηθεί, να δικαιολογηθεί και να στοιχειοθετηθεί το μαζικό έγκλημα, που κατέληξε στην ολοκληρωτική εκδίωξη των Ελλήνων. Οι τελευταίες ενέργειες που αναδεικνύουν το ιδιαίτερο ρόλο της τουρκικής προπαγάνδας είναι οι δηλώσεις μετά την παρουσίαση Ποντιακών χορών στην τελετή λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας (2004), ότι οι Έλληνες έκλεψαν τους τουρκικούς χορούς, οι δηλώσεις του προέδρου της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν (Μάιος 2006) μετά τα αποκαλυπτήρια του μνημείου της γενοκτονίας στη Θεσσαλονίκη ή η συμμετοχή σε χορούς στον Πόντο του τότε υπουργού εξωτερικών και μετέπειτα προέδρου της χώρας Αμπνουλάχ Γκιουλ (Ιανουάριος 2007), ο οποίος δήλωσε ότι αυτοί είναι τουρκικοί χοροί.
Επίσης το Υπουργείο Εξωτερικών της Τουρκίας με ανακοίνωσή του (26 Μαΐου 2008) διαμαρτυρήθηκε προς την ελληνική κυβέρνηση για την καθιέρωση της 19ης Μαΐου ως ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας των Ποντίων, αφού θεωρεί ότι η σχετική απόφαση της 24ης Φεβρουαρίου 1994 του Ελληνικού Κοινοβουλίου στρέφεται «κατά του Ιδρυτού της τουρκικής δημοκρατίας Κεμάλ Ατατούρκ».
Η Τουρκία, με την αναγνώριση της ευθύνης της για τη γενοκτονίας των Ελλήνων, θα ανελάμβανε τη δέσμευσή της για τα ανθρώπινα δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένου τού δικαιώματος στην αλήθεια, πιο αξιόπιστα.
Είναι ασυμβίβαστο με την δέσμευση για τα ανθρώπινα δικαιώματα όταν άτομα ή απόγονοί τους που οργάνωσαν τη γενοκτονία των Ελλήνων έχουν αποκατασταθεί και σχολεία και αερολιμένες να ονομάζονται με ονόματα τους.
Στη Γερμανία δεν υπάρχει ούτε οδός, ούτε αεροδρόμιο, ούτε προτομή ή άγαλμα του Χίτλελ, του Γκέμπελς, του Χάιντριχ, σε αντίθεση με την Τουρκία.
Μια σύγχρονη, δημοκρατική Τουρκία, που δεσμεύεται από την Ευρωπαϊκή Συνθήκη για τα ανθρώπινα δικαιώματα και το διεθνές συμβόλαιο για τα αστικά και πολιτικά δικαιώματα πρέπει να αντιμετωπίσει αυτά τα ζητήματα άμεσα, σταματώντας την προπαγάνδα και υιοθετώντας την αλήθεια.
Διαβάστε περισσότερα άρθρα κάνοντας κλίκ ΕΔΩ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου